Η μαγεία της σκηνοθεσίας, η σχέση που ανέπτυξε με τον κινηματογράφο από μικρή ηλικία, η διαδικασία της δημιουργίας μιας ταινίας από τη θέση του παραγωγού, αλλά και η έλλειψη πρωτότυπων σεναρίων, ήταν απ’ τα θέματα που έθιξε ο βραβευμένος με Όσκαρ παραγωγός και σκηνοθέτης, Τζέρεμι Τόμας, στο masterclass που παραχώρησε την Παρασκευή 20 Νοεμβρίου στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης στο πλαίσιο του 50ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
Τον Τζέρεμι Τόμας υποδέχθηκαν, ο πρόεδρος του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Γιώργος Χωραφάς και η διευθύντρια του Φεστιβάλ, Δέσποινα Μουζάκη. Μιλώντας για την πορεία του γνωστού παραγωγού και σκηνοθέτη, η κ. Μουζάκη τόνισε: «Στην ιστορία του σινεμά υπάρχουν παραγωγοί που κάνουν εμπορικές επιτυχίες, κερδίζουν Όσκαρ, παραγωγοί που δημιουργούν αληθινή τέχνη και ο Τζερεμι Τόμας έχει κατορθώσει να τα πετύχει όλα αυτά, μεταμορφώνοντας τον εαυτό του σε έναν αληθινό στυλοβάτη του παγκοσμίου καλλιτεχνικού σινεμά. Σε μια εποχή που η επιβίωση αληθινά ανεξάρτητων παραγωγών είναι τουλάχιστον δύσκολη, η εμπειρία, η γνώση, το ένστικτο, το ταλέντο, μοιάζουν πολύτιμοι σύμβουλοι και χρήσιμοι οδηγοί για όλους εμάς και μας κάνουν να ελπίζουμε ακόμη στο μέλλον ενός σινεμά, το οποίο είναι ικανό να κάνει τη διαφορά».
Ο βραβευμένος με Όσκαρ, για τον Τελευταίο Αυτοκράτορα του Μπερτολούτσι, παραγωγός άνοιξε το masterclass λέγοντας ότι στην πραγματικότητα το μεγάλο του όνειρο ήταν να γίνει σκηνοθέτης και όχι παραγωγός. Τον στόχο αυτό τον πέτυχε στα 50 του χρόνια, οπότε και σκηνοθέτησε την ταινία All the little animals. «Από μικρός ήθελα να γίνω σκηνοθέτης, όπως ο πατέρας μου. Είχα πάντα όρεξη να ασχοληθώ με αυτό το κομμάτι. Η επιθυμία ήταν πολύ ισχυρή στο μυαλό μου. Όταν ήρθε στα χέρια μου το All the little animals ήταν τόσο έντονο το πάθος μου για να το σκηνοθετήσω, που δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσω κάποιον άλλο να το κάνει». Την ισχυρή αυτή επιθυμία φαίνεται ότι δεν έκαμψαν ούτε οι κακές κριτικές που έλαβε ο Τζέρεμι Τόμας γι’ αυτή την ταινία. «Οι κριτικές ήταν τιμωρία για μένα. Είπαν ότι είμαι μέτριος σκηνοθέτης και με κατηγόρησαν για ματαιοδοξία. Μάλιστα μου συνέστησαν να μην ασχοληθώ ξανά με τη σκηνοθεσία. Ίσως η ταινία να μην ήταν τόσο επιτυχημένη, ωστόσο, εγώ δεν κρίνω το αποτέλεσμα με οικονομικούς όρους. Γι’ αυτό, λοιπόν, θα το τολμήσω ξανά».
Αναφερόμενος στο κλισέ, όπως το χαρακτήρισε, ότι οι παραγωγοί είναι οι κακοί στην διαδικασία δημιουργίας μιας ταινίας, τόνισε ότι ο ίδιος «προσπαθεί να περνά τις ιδέες του με τρόπο ήπιο, χωρίς να έρχεται σε αντιπαράθεση με τους σκηνοθέτες».
Παρότι ο ίδιος χαρακτηρίζει τον εαυτό του «τεμπέλη», όπως είπε χαρακτηριστικά, έχει δουλέψει σκληρά, από μικρή ακόμη ηλικία. Στα 17 του εγκατέλειψε το σχολείο και μπήκε κατευθείαν στην κινηματογραφική οικογένεια, έχοντας το ερέθισμα από τον πατέρα του, ο οποίος εργαζόταν ως σκηνοθέτης. Αρχικά ο Τζέρεμι Τόμας εργάστηκε ως μοντέρ, μέχρι που στα 27 του χρόνια έκανε το πρώτο του βήμα στην παραγωγή ταινιών, στην Αυστραλία. Με τον τρόπο αυτό θέλησε όπως είπε να αποστασιοποιηθεί από το σύστημα παραγωγής ταινιών των μεγάλων κινηματογραφικών στούντιο. Πιστός σε αυτή την αρχή έμεινε και όταν αργότερα ήρθε η επιτυχία. «Πέρασαν δέκα χρόνια μέχρι να αρχίσω να κερδίσω χρήματα. Στην αρχή κοιμόμουν στα πατώματα. Τα πράγματα άλλαξαν ουσιαστικά μετά το Καλά Χριστούγεννα κύριε Λόρενς, οπότε και κατάλαβα πώς λειτουργεί το σύστημα και κατάφερνα να κερδίζω χρήματα και να τα επανεπενδύω στις επόμενες δουλειές μου». Ανεξάρτητος παραγωγός επέλεξε να παραμείνει και μετά την επιτυχία του Τελευταίου Αυτοκράτορα, όταν του έγιναν προτάσεις για να διαχειριστεί κινηματογραφικό στούντιο στο Χόλιγουντ. «Απέρριψα αυτή την πρόταση, διότι προσπαθώ να μείνω πιστός στα ιδανικά που είχα ως νέος. Άλλωστε, δουλεύοντας σε αμερικανικό στούντιο είσαι υποχρεωμένος να δέχεσαι εντολές κι εγώ δεν είμαι καλός σ’ αυτό. Έχω δική μου άποψη και δε δέχομαι να μου λένε οι άλλοι τι να κάνω».
Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, έχει επιλέξει τον μοναχικό δρόμο, ταξιδεύοντας πολύ συχνά σε όλο τον κόσμο, αναζητώντας ενδιαφέρουσες ιστορίες και τοποθεσίες. «Έχει να κάνει με τη διάθεση του καθενός. Σε κάθε χώρα υπάρχει μια ιστορία. Εγώ θέλω να κάνω έναν συγκερασμό τοποθεσιών και να φτιάξω μια οθόνη σαν ένα βιβλίο με υπότιτλους. Άλλωστε, πλέον δεν υπάρχουν πολλές πρωτότυπες ιδέες. Το 90% του box office από το 2000 μέχρι και σήμερα, δεν έχει καθόλου πρωτότυπες ιδέες, μόνο σίκουελ και διασκευές. Μοιάζει λες και ο κόσμος απαρνιέται τις πρωτότυπες ιδέες».
Αναφερόμενος στη συνεργασία του με μεγάλους σκηνοθέτες, όπως ο Νίκολας Ρεγκ και ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, τόνισε ότι χαίρεται να δουλεύει με ανθρώπους που έχουν να του διδάξουν κάτι. «Σημαντικό ρόλο παίζει και η τύχη. Εγώ είχα το θράσος να ζητήσω συνεργασία από τον Κιούμπρικ και στη συνέχεια, μετά από μια απόρριψη, δούλεψα με τον Σκολιμόφσκι. Αν μπορείς να επιπλεύσεις στο ποτάμι της ζωής, το αφήνεις να κυλήσει και μετά ακολουθείς τη ροή του».
Ειδική αναφορά έκανε στον Μπερτολούτσι, χαρακτηρίζοντάς τον, μαέστρο της σκηνοθεσίας. «Όταν γυρίζαμε τις ταινίες, ήταν σαν να βρισκόμασταν σε έναν καθημερινό πόλεμο, μοιραστήκαμε πολλές δυσκολίες. Τον θαυμάζω για το έργο του και για το γεγονός ότι έχει αλλάξει τη ζωή του. Τώρα πια δεν μιλάει για επικές ιστορίες, αλλά για θέματα της καθημερινότητας. Είναι ένας πραγματικός καλλιτέχνης».
Σε σχέση με τις νέες τεχνολογίες και τον τρόπο που αυτές έχουν επηρεάσει τη βιομηχανία του κινηματογράφου, ο παραγωγός απάντησε: «Το διαδίκτυο έχει κάνει ένα κακό. Υπάρχει η αίσθηση της δωρεάν υπηρεσίας. Δεν γίνεται ταινίες, όπως και μουσική, να προσφέρονται δωρεάν, διότι οι κινηματογραφιστές δαπανούν εκατομμύρια για να παραχθεί όλη αυτή η δουλειά. Ο κόσμος έχει αρχίσει σιγά - σιγά να το αντιλαμβάνεται αυτό, αλλάζει νοοτροπία και τα έσοδα αυξάνονται».
Όσον αφορά στην οικονομική κρίση, τόνισε ότι πάντα υπάρχουν δυσκολίες στην παραγωγή ταινιών, ωστόσο, «η αισιοδοξία είναι η λέξη κλειδί για να κάνει κανείς δημιουργικά πράγματα». Ο ίδιος εξετάζει τώρα με τους συνεργάτες του ιδέες για την παραγωγή 10 ταινιών, διαδικασία, η οποία, όπως είπε, είναι χρονοβόρα. Βέβαια, δεν εγκαταλείπει και την ιδέα για τη σκηνοθεσία ενός δεύτερου φιλμ στην καριέρα του, χωρίς ωστόσο, να έχει αποφασίσει κάτι μέχρι σήμερα.