Ο ελληνοαμερικανός διευθύνων σύμβουλος της Fox Filmed Entertainment, Τζιμ Γιαννόπουλος, ολοκλήρωσε τον κύκλο των masterclasses του 50ού Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, την Κυριακή 22 Νοεμβρίου στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος «Great Ideas» του Ιδρύματος Fulbright, σε συνεργασία με το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και με την υποστήριξη της Αμερικανικής Πρεσβείας στην Ελλάδα.
Στο masterclass παρέστησαν, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Γιώργος Χωραφάς, η διευθύντρια Δέσποινα Μουζάκη, η Γενική Πρόξενος των ΗΠΑ στη Θεσσαλονίκη Κάθριν Κέι, η διευθύντρια του Ιδρύματος Fulbright στην Ελλάδα Άρτεμις Ζενέτου, καθώς επίσης οι διδάσκοντες και συμμετέχοντες του προγράμματος Salonica Studio / Four Corners (Αγορά του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με το ευρωπαϊκό πρόγραμμα MEDIA) και 13 αμερικανοί φοιτητές, του Αμερικανικού Κολεγίου Θεσσαλονίκης που βρίσκονται στην Ελλάδα στο πλαίσιο προγράμματος εκπαίδευσης αμερικανών φοιτητών στο εξωτερικό, σε συνεργασία με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και το Ίδρυμα Fulbright.
«Καλωσορίζουμε και πάλι στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, δύο χρόνια μετά τη βράβευσή του με τον Χρυσό Αλέξανδρο στην 48η διοργάνωση, έναν μεγάλο έλληνα, έναν άνθρωπο που κατάφερε να μεταμορφώσει την Twentieth Century Fox και να βάλει την σφραγίδα του σε δεκάδες από τις πιο εμπορικές ταινίες όλων των εποχών», ανέφερε στον χαιρετισμό της η διευθύντρια του Φεστιβάλ Δέσποινα Μουζάκη, καλώντας στην συνέχεια στο βήμα την κ. Ζενέτου.
«Επιτέλους γίνεται πράξη η συνεργασία ανάμεσα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και το Ίδρυμα Fulbright, το οποίο από το 1948 έχει δώσει περισσότερες από 4.500 υποτροφίες σε έλληνες και αμερικανούς φοιτητές. Σας καλωσορίζουμε στην τελευταία διάλεξη του προγράμματος με τίτλο «Great Ideas», το οποίο ξεκίνησε το 2006 προωθώντας το διάλογο μεταξύ ελλήνων και αμερικανών και προσκαλώντας διακεκριμένες προσωπικότητες από διάφορους τομείς της τέχνης και της επιστήμης», τόνισε η κ. Ζενέτου.
Στη συνέχεια, το λόγο πήρε ο εκπρόσωπος του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, Γεράσιμος Γιαννόπουλος, ο οποίος επεσήμανε: «Για εμένα, αυτό είναι το 26ό κατά σειρά Φεστιβάλ που παρακολουθώ. Γνωρίζετε τη δράση του Τζιμ Γιαννόπουλου στο Χόλιγουντ, αλλά ίσως δεν γνωρίζετε την εξίσου επιτυχημένη δράση του σε χώρους εκτός κινηματογράφου. Ο ίδιος έχει επιδοθεί αθόρυβα σε μια κοινωφελή δράση καταπολέμησης της αλόγιστης χρήσης όπλων, της προάσπισης των πολιτικών δικαιωμάτων των μειονοτήτων και της καταπολέμησης ασθενειών. Αντίστοιχα, το ίδρυμά μας, από το 1996 έχει υλοποιήσει ή χρηματοδοτήσει 1.740 προγράμματα που αφορούν τους τομείς της υγείας, της κοινωνικής πρόνοιας, της παιδείας και των τεχνών και επιστημών, σε 88 σημεία του κόσμου».
Αμέσως μετά, το λόγο πήρε ο Τζιμ Γιαννόπουλος, ξεκινώντας το masterclass, την οποία συντόνισαν οι μεταπτυχιακές φοιτήτριες Toby Lee, υπότροφος του Ιδρύματος Fulbright και υποψήφια διδάκτωρ του Χάρβαρντ, και Δανάη Μικέλλη, μια από τις πρώτες αποφοίτους του Τμήματος Κινηματογράφου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Ο Τζιμ Γιαννόπουλος αναφέρθηκε, κατ’ αρχάς, στην νέα ταινία του Τζέιμς Κάμερον, Avatar, την πρώτη ταινία που γυρίστηκε με τη νέα τρισδιάστατη (3D) ψηφιακή τεχνολογία και θα βγει προσεχώς στις αίθουσες. «Έπειτα από μια 15ετία τελειοποίησης της τεχνολογίας 3D, αυτή η ταινία μπόρεσε επιτέλους να γίνει πραγματικότητα. Ήταν ένα μεγάλο ταξίδι και το αποτέλεσμα υπόσχεται στον θεατή μια υπέροχη εμπειρία. Στην ταινία Avatar, η οποία ουσιαστικά γυρίστηκε μέσα σε μια αίθουσα σαν αυτήν που βρισκόμαστε τώρα, δεν υπάρχει τίποτε αληθινό, αλλά όλα μοιάζουν απόλυτα φυσικά. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι πρόκειται για μια ταινία με πλοκή και χαρακτήρες, όχι απλώς για άλλο ένα φιλμ με εντυπωσιακά ειδικά εφέ. Πρόκειται για μια ταινία η οποία θα είναι απολαυστική ακόμη και σε δύο διαστάσεις, πόσο μάλλον σε τρισδιάστατη προβολή», υποστήριξε. Και πρόσθεσε: «Πρόκειται για μια πολύ διαφορετική εμπειρία σε σύγκριση με τις ταινίες 3D της δεκαετίας του ’60. Τότε, η συγκεκριμένη τεχνολογία εφαρμοζόταν σε ταινίες τρόμου και, στην πραγματικότητα, σε αυτές τις περιπτώσεις χρησιμοποιούνταν απλώς ένα τέχνασμα: Το τέρας έμοιαζε να βγαίνει από την οθόνη και να ορμά στους θεατές. Τώρα, σκοπεύουμε να πετύχουμε το αντίθετο: Η τεχνολογία 3D να εισάγει τους θεατές πλήρως μέσα στην οθόνη, μέσα στο περιβάλλον της ταινίας. Σπουδαίοι δημιουργοί όπως ο Στίβεν Σπίλμπεργκ, ο Πίτερ Τζάκσον και ο Τζορτζ Λούκας, έχουν ήδη δείξει ενδιαφέρον για να γυρίσουν δικά τους projects χρησιμοποιώντας αυτή τη νέα τεχνολογία. Πρόκειται για έναν τομέα που κερδίζει ραγδαία έδαφος. Μέχρι πέρυσι, στις ΗΠΑ υπήρχαν λιγότερες από 1.000 οθόνες 3D, αλλά φέτος αυτός ο αριθμός έχει εκτοξευτεί στις 4.000».
Ο Τζιμ Γιαννόπουλος υπογράμμισε, πάντως, ότι η ανθρώπινη έκφραση δεν μπορεί ακόμα να αποδοθεί ιδανικά από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή: «Το πιο δύσκολο είναι να συλλάβεις και να δημιουργήσεις ψηφιακά τις εκφράσεις του ανθρώπινου προσώπου, καθώς περνούμε όλη μας τη ζωή παρατηρώντας τα πρόσωπα των γύρω μας. Πάντοτε τα ανθρώπινα πρόσωπα που είναι φτιαγμένα ψηφιακά είχαν έναν ‘’αέρα’’ τεχνητού. Θα δείτε, όμως, ότι το Avatar θα είναι καλύτερο από ό,τι άλλο έχει δημιουργηθεί ως προς την αναπαράσταση της ανθρώπινης έκφρασης. Και φυσικά, θα υπάρξει ακόμα μεγαλύτερη βελτίωση στο άμεσο μέλλον». Αναφερόμενος και πάλι στην τεχνολογία 3D, ο Τζιμ Γιαννόπουλος υπογράμμισε: «Το παλιό σύστημα 3D, το iMax, περιόριζε τον σκηνοθέτη δημιουργικά κατά πολύ, καθώς εκείνος έπρεπε να μετακινεί ταυτόχρονα δύο κάμερες που είχαν το μέγεθος ενός ψυγείου. Πλέον, υπάρχει πολύ μεγαλύτερη ευελιξία. Επιπλέον, ο θεατής χάρη στο 3D έχει την ευκαιρία να βιώσει μια πολύ πιο έντονη κινηματογραφική εμπειρία, φορώντας πολυεστιακά γυαλιά με φακούς γκρι απόχρωσης. Για να επιτευχθεί το τρισδιάστατο αποτέλεσμα, προβάλλονται συνολικά 48 καρέ ανά λεπτό από τις δύο συγχρονισμένες κάμερες - 24 καρέ για κάθε μάτι, εναλλάξ».
Επιπλέον, ο Τζιμ Γιαννόπουλος μίλησε και για σχέση της κινηματογραφικής βιομηχανίας του Χόλιγουντ με την οικονομική κρίση και για το πώς αντιδρά σε αυτήν. «Τα προηγούμενα χρόνια, έρχονταν συνέχεια νέοι επενδυτές, οι οποίοι ήθελαν να επενδύσουν τα χρήματά τους στον κινηματογράφο. Τα στούντιο συνήθως δεν δέχονταν, επειδή έτσι κι αλλιώς γυρίζαμε τον μέγιστο αριθμό ταινιών που μπορούσαμε. Αναρωτιόμουν τίνος ήταν εκείνα τα χρήματα, που κάθονταν στην άκρη και περίμεναν να επενδυθούν. Τώρα ξέρουμε ότι δεν ήταν πραγματικά. Για να είμαι δίκαιος, μερικές από τις ταινίες που τα στούντιο δεν αγκάλιασαν, γυρίστηκαν με αυτά τα λεφτά. Όταν, όμως, όλοι λέμε ‘’όχι’’ σ’ ένα project, πιθανότατα είναι επειδή δεν θα πετύχει, είτε δημιουργικά είτε οικονομικά». Και πρόσθεσε: «Η συνέπεια της ξαφνικής επένδυσης χρημάτων στο Χόλιγουντ ήταν να αυξηθεί ο αριθμός ταινιών των μεγάλων στούντιο κατά 50% ή και περισσότερο, αγγίζοντας τις 650 ταινίες το χρόνο. Το αποτέλεσμα ήταν να ‘’τρώγονται’’ μεταξύ τους οι ταινίες και παράλληλα να μεγαλώσουν οι δαπάνες του μάρκετινγκ, έτσι ώστε να διαφημιστεί η μία σε βάρος της άλλης».
Σε ό,τι αφορά στις προτάσεις του για την ελληνική κινηματογραφία, ο Τζιμ Γιαννόπουλος τόνισε χαρακτηριστικά: «Αν ποτέ μπορέσω να διαμορφώσω την κινηματογραφική βιομηχανία του Χόλιγουντ, πράγμα για το οποίο πολύ αμφιβάλλω, τότε θα έρθω να σας πω τι πρέπει να γίνει και στην Ελλάδα! Είναι σημαντικό, πάντως, να αναπτυχθούν υποδομές που θα επιτρέπουν ψηφιακές δυνατότητες αξιοποίησης. Δεν λέω να κάνουμε εδώ ταινίες 3D, αλλά πιστεύω ότι θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα εργαστήριο ψηφιακής επεξεργασίας σαν το WETA του Πίτερ Τζάκσον στη Νέα Ζηλανδία, μια χώρα η οποία, άλλωστε, δεν έχει ανάλογο πληθυσμό με την Ελλάδα. Δεν θα πω ότι παλιά όλα ήταν δύσκολα και τώρα έχουν γίνει πανεύκολα. Το μόνο που έχει γίνει πραγματικά ευκολότερο, όμως, είναι η τεχνολογική ευχέρεια στο να γυρίσεις μία ταινία. Ένας φοιτητής μπορεί να φτιάξει αυτό που έχει στο μυαλό του σε βίντεο υψηλής ευκρίνειας, με μια κάμερα 200 δολαρίων, κάνοντας το μοντάζ σε οποιονδήποτε υπολογιστή. Είναι κάτι που ανοίγει πολλές ευκαιρίες στους νέους δημιουργούς».
Σχετικά με τους στόχους μιας ταινίας και στα εφόδια που πρέπει να διαθέτει ένας νέος δημιουργός, ο Τζιμ Γιαννόπουλος τόνισε: «Το ένα σκέλος είναι η εκπαίδευση των νέων ανθρώπων, μέσα από τις σχολές κινηματογράφου και τους υπόλοιπους φορείς. Το να αναπτύξεις τις ικανότητες των κινηματογραφιστών σου, είναι το πιο σημαντικό απ’ όλα. Το άλλο κομμάτι είναι τι ταινίες θέλεις να κάνεις: Θα απευθύνονται στην εσωτερική ή στην παγκόσμια αγορά; Εγώ πιστεύω ότι η πρώτη επιλογή οφείλει να αποτελεί προτεραιότητα, χωρίς να αποκλείει φυσικά τη δεύτερη. Σε διεθνές επίπεδο, έχεις να ανταγωνιστείς 5.000 ανεξάρτητες ταινίες κάθε χρόνο».
Αναφερόμενος στην αξιοποίηση του ελληνικού φυσικού πλούτου όσον αφορά στα γυρίσματα ξένων παραγωγών, ο Τζιμ Γιαννόπουλος ξεκαθάρισε: «Θα ήμουν περήφανος και χαρούμενος να έρχονταν στην Ελλάδα τα κεφάλαια άλλων χωρών, αλλά είναι κάτι που κοστίζει πολύ. Το να μεταφέρει κανείς τόσο προσωπικό όσο και μηχανήματα στην Ευρώπη κοστίζει εκατομμύρια δολάρια για κάθε ημέρα γυρισμάτων. Ακόμα κι όταν αυτό συμβαίνει, όμως, είναι λογικό η παραγωγή να προτιμήσει μια χώρα όπως η Βουλγαρία, που δίνει μεγαλύτερα οικονομικά κίνητρα και έχει φθηνότερα εργατικά χέρια». Σε ερώτηση - σχόλιο για το ότι οι περισσότερες ταινίες του Χόλιγουντ απευθύνονται σε ανδρικό κοινό, ο διευθύνων σύμβουλος της Fox Entertainment απάντησε: «Είναι εν μέρει μύθος να πιστεύουμε ότι τα αγόρια φέρνουν τα εισιτήρια στις ταινίες. Υπάρχει, όμως, ένα στοιχείο που είναι πραγματικότητα. Τα κορίτσια σκέφτονται επί ημέρες, ίσως και εβδομάδες, να πάνε να δουν μια ταινία που ξέρουν ότι θα τους αρέσει. Τα αγόρια, στήνονται έξω από το σινεμά από την Πέμπτη, πριν η ταινία βγει καν στις αίθουσες!».
Όσον αφορά στις συνέπειες της διαδικτυακής πειρατείας ταινιών, ο Τζιμ Γιαννόπουλος υποστήριξε: «Το σημερινό μοντέλο, βάσει του οποίου κάθε ταινία του Χόλιγουντ κοστίζει 65 εκατ. δολάρια, είναι πιο δύσκολο από ποτέ να συντηρηθεί. Εξαιτίας της πειρατείας, ένα ποσοστό 10% ή 20% των εσόδων καταλήγει αλλού. Η δικαιολογία ότι στο Ίντερνετ βρίσκει κανείς τις ταινίες δωρεάν, μου φαίνεται παράλογη - απλώς οι νέοι ψάχνουν συχνά δικαιολογίες για να κλέψουν. Στα DVD, τα οποία πλέον αποτελούν μια ώριμη αγορά χωρίς τεράστια περιθώρια ανάπτυξης, πέρσι είχαμε πτώση των πωλήσεων της τάξης του 13%. Αν συνεχίσει να μεγαλώνει αυτό το ποσοστό, θα γίνει ανησυχητικό».
Τέλος, σε ερώτηση σχετικά με τις προτάσεις ταινιών που δέχεται κάθε χρόνο, ο Τζιμ Γιαννόπουλος είπε: «Λαμβάνουμε πάνω από 10.000 προτάσεις το χρόνο. Περίπου 200 από αυτά τα projects προκρίνονται αρχικά σε πρώτη φάση, για να γυριστούν τελικά 20 ταινίες. Χαρακτηριστικά ως προς αυτό, να σας πω ότι η ταινία Ναυαγός βρισκόταν επί δέκα χρόνια σε αυτή την ενδιάμεση διαδικασία και δεν είχε απορριφθεί, μόνο και μόνο επειδή ο Τομ Χανκς επέμενε σε αυτήν μέχρι που τελικά γυρίστηκε».