ΗΜΕΡΙΔΑ
ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ:
ΗΘΙΚΑ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΨΗΦΙΑΚΗ ΕΠΟΧΗ (15/03/2010)
Η διεύρυνση της χρήσης των ψηφιακών μέσων καταγραφής και επεξεργασίας εικόνας, το ντοκιμαντέρ στο διαδίκτυο, η αποδυνάμωση της οπτικής του δημιουργού, αλλά και τα ηθικά διλήμματα που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος κινηματογραφιστής συζητήθηκαν στην ημερίδα που διοργάνωσε το 12ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης ( και το οποίο μεταδόθηκε ζωνταβά από το www.tvxs.gr) τη Δευτέρα 15 Μαρτίου με συντονιστή τον δημοσιογράφο Ματθαίο Τσιμιτάκη.
Ο σκηνοθέτης και παραγωγός Πίτερ Γουιντόνικ, η λέκτορας στο τμήμα ΜΜΕ και Διαδικτύου στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο της Κύπρου Κορίνα Πατέλη, ο σκηνοθέτης Χρήστος Καρακέπελης και η καθηγήτρια του Τμήματος Κινηματογράφου και Media του Πανεπιστημίου Sussex και παραγωγός Βίλμα ντε Γιονγκ κλήθηκαν να αναλύσουν το ρόλο του σύγχρονου κινηματογραφιστή και τη θέση που λαμβάνει στην εποχή του διαδικτύου.
Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης Δημήτρης Εϊπίδης καλωσόρισε τους ομιλητές και το κοινό, τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Είναι μια προσπάθεια που κάνουμε για να έρθει σε επαφή το κοινό με άξιους εκπροσώπους του ντοκιμαντέρ. Έχουμε οργανώσει 11 παρόμοιες εκδηλώσεις και τρεις τηλεδιασκέψεις με τη συμμετοχή ανθρώπων που μεταφέρουν εικόνες και εμπειρίες απ’ όλο τον κόσμο».
Θέτοντας το πλαίσιο της συζήτησης ο Ματθαίος Τσιμιτάκης σημείωσε ότι οι αλλαγές που συντελούνται στο τοπίο των «μέσων μαζικής απεύθυνσης» αλλάζουν τις σχέσεις στην αλυσίδα της παραγωγής, της διανομής και της κατανάλωσης των κινηματογραφικών έργων. «Ζητήματα όπως ποιος ελέγχει τα μέσα, ποιος πληρώνει την παραγωγή μιας ταινίας που μιλά για την πραγματικότητα και με ποιους όρους, ποιος καταναλώνει το προϊόν και με ποια κριτήρια, όλα αυτά σχετίζονται με την τεχνολογία και την οικονομία των μέσων της κινούμενης εικόνας, είτε μιλάμε για τη σκοτεινή αίθουσα ή ακόμη και το διαδίκτυο», σημείωσε χαρακτηριστικά. Οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί στη διαδικασία παραγωγής ενός ντοκιμαντέρ και δίνουν την αφορμή για τη σημερινή ημερίδα, όπως είπε ο κ. Τσιμιτάκης, είναι η σχέση του κινηματογραφιστή με το θέμα του, η αμφισβήτηση της αποτύπωσης της πραγματικότητας από την τηλεόραση και αυτόνομες διαδικτυακές συλλογικότητες, το ζήτημα της διανομής του ντοκιμαντέρ και οι δυνατότητες του διαδικτύου.
Παίρνοντας το λόγο ο σκηνοθέτης Χρήστος Καρακέπελης αναφέρθηκε στον κίνδυνο να παρασυρθεί ο δημιουργός από την ευκολία των νέων μέσων καταγραφής της εικόνας με αποτέλεσμα να χαθεί στο τέλος η ιδιαίτερη οπτική που διακρίνει τον κινηματογραφιστή. «Η τηλε – οπτικοποίηση της κινηματογραφικής παραγωγής και η μαζικοποίηση που έχει επιβληθεί από τους τηλεοπτικούς σταθμούς έχουν υποβαθμίσει την εμβάθυνση στην πραγματικότητα και την ουσία που ήταν χαρακτηριστικό του κινηματογραφικού ντοκιμαντέρ», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Καρακέπελης. Και συνέχισε: «Το ντοκιμαντέρ δεν είναι ρεπορτάζ, δεν χρειάζεται πληροφορίες αλλά αισθήσεις. Η προβολή εντός ντοκιμαντέρ στον υπολογιστή δεν θα είναι ποτέ ίδια με την προβολή του σε μια σκοτεινή αίθουσα και σε μια ομάδα ανθρώπων για να προκαλέσει τις αισθήσεις και τις αντιδράσεις τους». Χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα την ταινία του Το σπίτι του Κάιν και την τελευταία δουλειά του Η πρώτη ύλη ο κ. Καρακέπελης σημείωσε ότι οι ψηφιακές κάμερες και το ψηφιακό φορμάτ δεν είναι στην πραγματικότητα τόσο ευέλικτα μέσα όσο νομίζουμε. «Το βίντεο με την αμεσότητα χρήσης που επιβάλει μέσω της ευκολίας του rec και του pause, παρασύρει τον ντοκιμαντερίστα να καταγράφει άπειρες ώρες υλικού ελπίζοντας πως αυτό το άναρχο υλικό θα γίνει στο τέλος μια ολοκληρωμένη ταινία. Πιστεύω αντίθετα πως θα πρέπει να κινηματογραφούμε περιορισμένα και με αυστηρότητα. Απουσιάζει από το βίντεο η αισθητική και η πλαστικότητα», τόνισε χαρακτηριστικά.
Για τις προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι σύγχρονοι κινηματογραφιστές απέναντι στην αμεσότητα του διαδικτύου και τις επιταγές των τηλεοπτικών σταθμών που χρηματοδοτούν τις περισσότερες φορές την παραγωγή ντοκιμαντέρ αναφέρθηκε στη συνέχεια η ακαδημαϊκός Βίλμα ντε Γιονγκ. Η κ. Γιονγκ διαχώρισε την έννοια της δεοντολογίας από την εξέλιξη της τεχνολογίας διευκρινίζοντας ότι η δεοντολογία βασίζεται στην ηθική. «Σε κάθε ιστορική περίοδο οι άνθρωποι ένιωθαν απειλούμενοι από τα τεχνολογικά επιτεύγματα. Όμως έβρισκαν πάντα τον τρόπο να θέτουν τα όρια και να δρουν με βάση τη συνείδηση τους και την ηθική», τόνισε χαρακτηριστικά. Ο ρόλος της τηλεόρασης, σημείωσε η ακαδημαϊκός, έχει περιοριστεί στην εξυπηρέτηση διαφημιστικών συμφερόντων με αποτέλεσμα να επηρεάζουν καταλυτικά το τελικό αποτέλεσμα των προϊόντων τους, ένα από τα οποία είναι και το ντοκιμαντέρ. «Σου ζητούν να κάνεις το έργο σου πιο ελκυστικό και στρογγυλοποιημένο για να αρέσει σε μεγαλύτερο κοινό, να το πουλήσουν σε περισσότερους διαφημιστές και να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους». Αναφερόμενη στις ψηφιακές τεχνολογίες υποστήριξε πως το διαδίκτυο δημιούργησε ένα νέο δυναμικό κοινό που έχει άποψη, αλλά ταυτόχρονα προκάλεσε μια τάση επιδειξιομανίας. «Οι άνθρωποι προβάλλουν τη ζωή τους στο youtube, “ανεβάζουν” ακατέργαστο υλικό προσωπικών τους στιγμών χωρίς εμφανή λόγο και αιτία. Η ραγδαία εξάπλωση της πορνογραφία είναι ένα ξεκάθαρο παράδειγμα αυτής της τάσης», επεσήμανε η κ. Γιονγκ.
Σε αντίθετη κατεύθυνση κινήθηκε η τοποθέτηση της καθηγήτριας Πολιτικής Οικονομίας των Μέσων Κορίνας Πατέλη, η οποία υπερασπίστηκε τις ψηφιακές τεχνολογίες και υποστήριξε πως οι χρήστες του διαδικτύου που καταγράφουν και ερμηνεύουν την καθημερινότητα τους συνθέτουν ένα μίνι ντοκιμαντέρ της ζωής τους. «Προέρχομαι από το χώρο του κυβερνοχώρου, είμαι συνεχώς online και έχω ανεβάσει στο διαδίκτυο πολλές στιγμές από την κοινωνική μου ζωή. Θεωρώ ότι το διαδίκτυο είναι ένα καινούργιο ανεξάρτητο μέσο που δεν έχει καμία σχέση με την τηλεόραση και δημιουργεί νέες προκλήσεις για τους κινηματογραφιστές», σημείωσε χαρακτηριστικά. Η κ. Πατέλη χρησιμοποίησε ως παράδειγμα τη διδακτορική της διατριβή που βασίστηκε πάνω σε μια υπηρεσία της αμερικανικής εταιρείας τηλεπικοινωνιών AOL, κάτι σαν τον πρόγονο του σημερινού Facebook για να υποστηρίξει πως το ίντερνετ δεν είναι μια απλή πλατφόρμα ανταλλαγής μηνυμάτων και χειραγώγησης των χρηστών. «Η AOL σε κάποια περίοδο άφησε ελεύθερα στο ίντερνετ αρχεία με τα προσωπικά δεδομένα των πελατών της, τα οποία αφορούσαν σε σκέψεις των χρηστών της και προσωπικά πράγματα τα οποία κατέγραφαν online. Από αυτά, οι σκέψεις ενός χρήστη έγιναν ντοκιμαντέρ με τον τίτλο “I love Alaska”, το οποίο βρίσκεται ελεύθερο στο διαδίκτυο. Πιστεύω πως εισάγει μια καινούργια κουλτούρα στη δημιουργία ντοκιμαντέρ, την οποία ονομάζω κουλτούρα τεκμηρίωσης», τόνισε χαρακτηριστικά. Το ηθικό δίλημμα για την κ. Πατέλη, βρίσκεται κυρίως στον τρόπο με τον οποίο οι παραδοσιακοί ντοκιμαντερίστες αντιμετωπίζουν την πραγματικότητα των ηρώων τους. «Νομίζω ότι υπάρχει ένας σνομπισμός από την πλευρά τους. Δεν ενδιαφέρονται για την πραγματικότητα που ζουν οι ήρωες τους, αλλά για το πώς εκείνοι θα αποτυπώσουν καλύτερα την πραγματικότητα που αντιλαμβάνονται. Το ζήτημα είναι που θέτουμε τα όρια».
«Ζούμε σε μια εποχή που παρακολουθούμαστε και παρακολουθούμε γεγονότα 24 ώρες το 24ωρο και 365 ημέρες το χρόνο. Είμαστε προέκταση του υπολογιστή μας και το περιβάλλον μας είναι γεμάτο από ψηφιακή τεχνολογία που μας κάνει να είμαστε online συνεχώς. Μ’ αυτά τα λόγια ξεκίνησε την τοποθέτηση του ο σκηνοθέτης Πίτερ Γουιντόνικ συμπληρώνοντας ότι το παραδοσιακό ντοκιμαντέρ έχει δώσει τη θέση του στα λεγόμενα «doc media», τα οποία δημιουργούνται και προβάλλονται στο διαδίκτυο. Αναφερόμενος στην ηθική και τη δεοντολογία, σημείωσε, πως είναι δύο σημαντικές έννοιες που πρέπει να έχει ο κινηματογραφιστής υπ’ όψιν του σε όλη τη διαδικασία παραγωγής ενός φιλμ. «Δεν νομίζω ότι υπάρχει ταινία που να μην εγείρει κάποιο ηθικό ζήτημα. Τουλάχιστον όχι στο δικό μου έργο», σημείωσε χαρακτηριστικά. Ο κ. Γουιντόνικ αναφέρθηκε στη συνέχεια στους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους για να δείξει ότι τα ζητήματα της ηθικής απασχόλησαν την ανθρωπότητα εκατοντάδες χρόνια πριν. Αναφερόμενος στα θέματα δεοντολογίας που θα πρέπει να απασχολούν τους νέους και εν ενεργεία κινηματογραφιστές τόνισε ότι: «Θα πρέπει πάντα να αναρωτιόμαστε ποιον υπηρετεί το ντοκιμαντέρ που φτιάχνουμε, ποιος το χρηματοδοτεί και για ποιο σκοπό. Μπορούμε να κάνουμε ταινίες για οποιοδήποτε θέμα, όσο ακραίο και αν είναι; Πόσο ουδέτερη είναι η παρουσία μας και τι κάνουμε για να πετύχουμε τη συναίνεση των ηρώων μας; Υπάρχουν περιπτώσεις χρήσης κρυφών καμερών που επέφεραν αρνητικές συνέπειες στους συνεντευξιαζόμενους μετά την προβολή των ντοκιμαντέρ». Ο κ. Wintonick κατέληξε λέγοντας ότι οι δημιουργοί πρέπει να οικοδομήσουν έναν προσωπικό κώδικα επαγγελματικής δεοντολογίας τον οποίο θα τηρούν απαρέγκλιτα σε όλη τη διαδικασία παραγωγής του ντοκιμαντέρ τους.