Ο κύκλος συζητήσεων της ενότητας Κουβεντιάζοντας του 51ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης συνεχίστηκε τη Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου στο ξενοδοχείο Electra Palace, με συντονίστρια τη δημοσιογράφο Έλενα Χρηστοπούλου. Οι κινηματογραφιστές Μόραγκ Μακ Κίνον (Γάιδαροι / Donkeys), Μαρία Σένταλ (Limbo), Μπουρχάν Κουρμπάνι (Πίστη / Shahada) και Ντράγκομιρ Σόλεφ (Καταφύγιο / Shelter) κατέθεσαν τις απόψεις τους απαντώντας σε ποιο ερώτημα κρύβεται πίσω από την ταινία του καθενός, αλλά και στο πώς η κινηματογραφική τους εκπαίδευση καθόρισε τη σκηνοθετική τους ματιά.
Το ξεκίνημα της κουβέντας έκανε η σκωτσέζα Μόραγκ Μακ Κίνον, η ταινία της οποίας Γάιδαροι / Donkeys συμμετέχει στο διαγωνιστικό τμήμα της 51ης διοργάνωσης. Η δημιουργός, αναφερόμενη στην ουσία του φιλμ της, επεσήμανε: «Χαίρομαι που μπορώ να πω εδώ με άνεση, και ενώ βρίσκομαι αρκετά μακριά από την πατρίδα μου, ότι η ιστορία της ταινίας αφορά και στη δική μου οικογένεια, αφού μιλά για ανολοκλήρωτα συναισθήματα, πόνο, λέξεις και σκέψεις που δεν έχουν έρθει ποτέ στην επιφάνεια, που δεν έχουν ποτέ αντιμετωπιστεί. Ίσως, τελικά, να είναι αυτό το ερώτημα που ήθελα να αναδείξω μέσα από την ταινία».
Η ταινία Limbo της νορβηγίδας Μαρία Σένταλ, η οποία επίσης συμμετέχει στο διεθνές διαγωνιστικό του 51ου ΦΚΘ, έχει ως πρωταγωνίστρια μια γυναίκα που αναθεωρεί τα πάντα όταν ανακαλύπτει την απιστία του άντρα της. «Ίσως το σενάριο να ακούγεται κάπως μπανάλ, ωστόσο, πρόκειται για μια σκεπτόμενη ταινία, αφού ο θεατής αισθάνεται διαρκώς την συναισθηματική αγωνία της ηρωίδας. Πρόκειται για μια γυναίκα που ‘’χάνει’’ τον εαυτό της, σε μια ηλικία και σε μια φάση ζωής όπου κάτι τέτοιο είναι αναπάντεχο. Το ερώτημα για εμένα, που έχω ζήσει μαζί με τα έξι μου παιδιά στο Τρινιντάντ - όπου διαδραματίζεται η ιστορία- δεν ήταν άλλο από το πώς πραγματικά είναι η ζωή για μια μητέρα σήμερα, αλλά και το πώς ήταν για τη μητέρα μου η οποία είχε τέσσερα παιδιά τη δεκαετία του ‘70».
Από την άλλη πλευρά, ο αφγανικής καταγωγής Γερμανός σκηνοθέτης Μπουρχάν Κουρμπάνι εξήγησε πως στην ταινία Πίστη / Shahada, το ερώτημα που «κλήθηκε» να απαντήσει αφορούσε στη θρησκεία. «Ποιο είναι το καλύτερο και ποιο το χειρότερο που μπορεί να σου προσφέρει μια θρησκεία, ένας θεσμός που αφορά κάτι αφηρημένο, το οποίο μπορεί να σου προσφέρει καταφύγιο να σε γιατρέψει αλλά και να δημιουργήσει προβλήματα;» αναρωτήθηκε χαρακτηριστικά ο δημιουργός.
Ο βούλγαρος σκηνοθέτης Ντράγκομιρ Σόλεφ επεσήμανε ότι στην ταινία Καταφύγιο / Shelter, η οποία προβάλλεται στο τμήμα Ματιές στα Βαλκάνια του 51ου Φεστιβάλ, δεν επιχείρησε να απαντήσει σε κάποιο κεντρικό υπαρξιακό ερώτημα, αλλά να αποτυπώσει μια κατάσταση όπως τη βίωσε ο ίδιος στο παρελθόν. «Υπήρχε ένας συγκεκριμένος άνθρωπος, τον οποίο ήθελα να προσεγγίσω. Τελικά αυτό συνέβη: έγινα μέλος της συμμορίας του και περάσαμε πολλά μαζί, μέχρι ακόμη που μας συνέλαβαν. Έτσι ξεκινά και η ταινία… Πάντως, το φιλμ δεν είναι αυτοβιογραφικό, ίσως μόνο αυτό το κομμάτι», εξομολογήθηκε ο δημιουργός.
Η συζήτηση συνεχίστηκε με τους δημιουργούς να εκφράζουν τους προβληματισμούς τους αναφορικά με τις κινηματογραφικές σχολές, αλλά και το εάν μια ταινία «οφείλει» να πηγάζει από το συναίσθημα του σκηνοθέτη. Ο Μπουρχάν Κουρμπάνι υπογράμμισε: «Σε πολλές σχολές της Γερμανίας θεωρείται ότι δεν πρέπει κανείς να σκηνοθετεί με αυτό τον τρόπο. Ωστόσο, εγώ θέλω να ενυπάρχει στις ταινίες μου το προσωπικό μου συναίσθημα και άποψη, π.χ. οι ταινίες μου να έχουν πολλή μουσική». Και πρόσθεσε σεμνά: «Μου φαίνεται περίεργο το ότι ενώ μέχρι πρότινος ήμουν φοιτητής, τώρα ο κόσμος με αποκαλεί σκηνοθέτη και γνωρίζω τα κινηματογραφικά μου ινδάλματα. Για να πω την αλήθεια, δεν ξέρω αν το αξίζω: εάν, δηλαδή, επειδή έχω κάνει μια ταινία θα πρέπει να αντιμετωπίζομαι κι εγώ ως σκηνοθέτης, όπως όλοι οι μεγάλοι δημιουργοί που θαυμάζω».
Η Μαρία Σένταλ, με σπουδές στη Δανία, εξήγησε: «Η δική μου γενιά σπούδασε κινηματογράφο στο εξωτερικό, αλλά η σημερινή γενιά είναι η μόνη που σπουδάζει στη Νορβηγία και, μάλιστα, σε μια σχολή η οποία κατά τη γνώμη μου στήθηκε με λανθασμένο τρόπο, αφού απλά οι υπεύθυνοι εκμεταλλεύτηκαν τις εγκαταστάσεις της χειμερινής Ολυμπιάδας που έγινε στη χώρα σε ένα μικρό χωριό μιάμιση ώρα έξω από το Όσλο, αφήνοντας αυτά τα παιδιά στην πολιτιστική απομόνωση».
Τη διαφωνία του σε αυτή την προσέγγιση εξέφρασε ο Ντράγκομιρ Σόλεφ, ο οποίος ίσως θα προτιμούσε να μην είχε σπουδάσει στο κέντρο της πόλης της Σόφιας. «Θα ήθελα λίγη απομόνωση, μια αφορμή για σκέψη και συγκέντρωση. Προσωπικά μιλώντας, δεν βλέπω τίποτε κακό στον τρόπο που λειτουργεί η συγκεκριμένη νορβηγική σχολή. Εξάλλου, το πιο σημαντικό από όλα δεν είναι το σχολείο, αλλά ο δάσκαλος».
Από την πλευρά της, η Μόραγκ Μακ Κίνον, χωρίς σπουδές αλλά με περίσσιο ταλέντο, τόνισε: «Ζηλεύω που όλοι εσείς μιλάτε για τις σχολές όπου φοιτήσατε. Εγώ έκανα μαθήματα με έναν καθηγητή στη Σκωτία, ο οποίος ήταν δάσκαλος κινηματογράφου αλλά δεν έχει κάνει ούτε μια ταινία. Ουσιαστικά, μαθαίνω κάθε μέρα μέσα από τη δουλειά. Ξεκίνησα με διαφημίσεις και τηλεοπτικές σειρές, και τώρα μπαίνω στον κινηματογράφο και το απολαμβάνω πολύ».