ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
26.2 THE ROAD TO HERE / DOCVILLE, ΛΑΣΚΑΡΕΩΣ 99, ΑΘΗΝΑ / ΟΙ ΝΥΜΦΕΣ ΤΟΥ HINDU KUSH
Συνέντευξη Τύπου παραχώρησαν την Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011, στο πλαίσιο του 13ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, οι σκηνοθέτες Αννέτα Παπαθανασίου (Οι νύμφες του Hindu Kush), Κατερίνα Πατρώνη (Docville – Λασκάρεως 99, Αθήνα) και Λευτέρης Φυλακτός (26.2 The Road to Here), οι ταινίες των οποίων συμμετέχουν στο διεθνές πρόγραμμα της διοργάνωσης.
Η Αννέτα Παπαθανασίου εμπνεύστηκε το ντοκιμαντέρ Οι νύμφες του Hindu Kush γνωρίζοντας τον κόσμο των Καλάσα από τον δάσκαλο Αθανάσιο Λερούνη, ψυχή της ΜΚΟ «Έλληνες Εθελοντές», η οποία με χρηματοδότηση από το Υπουργείο Εξωτερικών αναπτύσσει δράσεις για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς τους. Οι περίπου 4.000 Καλάσα - μια αρχέγονη φυλή που ζει στο βορειοδυτικό Πακιστάν και θεωρείται ότι ίσως έχει ελληνικές ρίζες - πιστεύουν σε νύμφες, θεούς και ξωτικά, και καταφέρνουν να επιβιώνουν διατηρώντας τις παραδόσεις τους, παρόλο που διαβιούν ανάμεσα σε 165 εκατομμύρια μουσουλμάνους. Όταν η δημιουργός ταξίδεψε μέχρι τα βουνά του Hindu Kush για να τους συναντήσει, διαπίστωσε ότι σε αντίθεση με τις μουσουλμάνες, οι γυναίκες της φυλής δεν καλύπτουν το κεφάλι τους με μπούργκα, είναι ελεύθερες να κυκλοφορούν ασυνόδευτες και έχουν τη δυνατότητα να αποχωριστούν τον άνδρα τους. Το ντοκιμαντέρ θα ήταν αποκλειστικά αφιερωμένο στις γυναίκες Καλάσα, εάν η ροή του δεν ανατρεπόταν από την πραγματικότητα. Ο λόγος; Ταλιμπάν απήγαγαν τον Αθανάσιο Λερούνη από το πολιτιστικό κέντρο που είχε δημιουργήσει για τους Καλάσα και τον κράτησαν επί επτά μήνες, ζητώντας ως λύτρα δύο εκατομμύρια δολάρια και την απελευθέρωση τριών συντρόφων τους. «Οι γυναίκες Καλάσα θύμωσαν τόσο πολύ που αυτό συνέβη σε έναν δικό τους άνθρωπο, που κατέβηκαν σε διαδηλώσεις και έδωσαν για πρώτη φορά συνέντευξη Τύπου, με το κεφάλι ακάλυπτο, σε σαράντα μουσουλμάνους δημοσιογράφους», επεσήμανε η σκηνοθέτιδα. Εκτός από τις ενέργειες των κυβερνήσεων Ελλάδας και Πακιστάν για την ευτυχή κατάληξη της ομηρίας, το δικό τους ρόλο έπαιξαν και οι γυναίκες Καλάσα», πρόσθεσε η δημιουργός.
Με τη σειρά της, η Κατερίνα Πατρώνη μίλησε για το ντοκιμαντέρ της Docville – Λασκάρεως 99, Αθήνα, το οποίο αποτελεί το πρώτο επεισόδιο της σειράς ντοκιμαντέρ με τίτλο «Docville», που καταγράφει τη ζωή στις ελληνικές πόλεις στον καιρό της κρίσης. Πρωταγωνίστριες της ταινίας είναι η Ζωή και η Αθηνά, δύο γυναίκες γύρω στα πενήντα, που διατηρούν, η μία ένα κατάστημα για κατοικίδια ζώα, και η άλλη ένα ραφτάδικο. «Στο φιλμ, παρακολουθώ την αγωνία τους να κρατήσουν λίγο ακόμα τα μαγαζιά τους, βλέποντας το ένα μετά το άλλο τα καταστήματα της γειτονιάς να κλείνουν», επεσήμανε η δημιουργός. Βιώνοντας από πολύ κοντά την καθημερινότητα των δύο γυναικών, η κ. Πατρώνη σημείωσε ότι της ήταν αδύνατον να παίξει το ρόλο του ουδέτερου παρατηρητή. «Όταν σου λένε ’’δεν έχω λεφτά ούτε για τσιγάρα’’, παύεις να είσαι αμέτοχος. Εγώ, τουλάχιστον, δεν μπορώ να προσποιηθώ ότι δεν είμαι εκεί», υπογράμμισε χαρακτηριστικά. Το ντοκιμαντέρ δεν απαντά στο ερώτημα τι θα απογίνουν αυτές οι γυναίκες. Όπως ανέφερε η σκηνοθέτιδα: «Αμφιβάλλω εάν μπορεί να τις βοηθήσει, με κάποιο μυστήριο τρόπο που δεν τον γνωρίζω».
Αφορμή για το ντοκιμαντέρ 26.2 The Road to Here του Λευτέρη Φυλακτού, αποτέλεσε ο αγώνας του Κλασικού Μαραθωνίου Αθηνών. «Ο μαραθώνιος είναι μια καλή μεταφορά για την έννοια της υπέρβασης, ειδικά για όσους τερματίζουν προς το τέλος», ανέφερε ο δημιουργός. Με αφετηρία αυτή την ιδέα, ο κ. Φυλακτός αναζήτησε ανθρώπους που συμμετείχαν στον αγώνα, μέχρι που συνάντησε την 50χρονη Μπέκι, η οποία έφτασε στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ προκειμένου να συμμετάσχει στο Μαραθώνιο. Η Μπέκι έχει διδακτορικό στην ψυχολογία, είναι αθλήτρια μαραθωνοδρόμος, αλλά και θύμα παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης από τον πατριό της, ενώ στην εφηβεία της έχασε την ακοή της. «Όταν μου είπε την ιστορία της, έμεινα άφωνος. Μέχρι τα 42 της χρόνια, η Μπέκι δεν είχε μιλήσει για αυτό που της είχε συμβεί και ακόμα και σήμερα προσπαθεί να επουλώσει τα τραύματά της», αφηγήθηκε ο κ. Φυλακτός. Όπως είπε ο ίδιος, στην ταινία δεν καταγράφεται μόνο η ζωή της Μπέκι, αλλά κατά κάποιο τρόπο και η σχέση εμπιστοσύνης που εκείνος ανέπτυξε μαζί της. Σε ερώτηση για το αν η σχέση αυτή επηρέασε την τελική μορφή της ταινίας, ο σκηνοθέτης απάντησε: «Αν ένιωθα ότι της δημιουργούσε πρόβλημα, θα την πετούσα την ταινία. Μετά από ένα σημείο έχεις ευθύνη για τον άνθρωπο που κινηματογραφείς». Μάλιστα, όπως εξομολογήθηκε ο κ. Φυλακτός, η Μπέκι θα προτιμούσε το ντοκιμαντέρ να έχει μια πιο αισιόδοξη ματιά, γι΄αυτό και ύστερα από συζητήσεις μαζί της, ο ίδιος συμφώνησε να γίνουν κάποιες αλλαγές. Με τη σειρά της, η Μπέκι ήθελε το ντοκιμαντέρ να βοηθήσει και άλλους ανθρώπους με αντίστοιχες εμπειρίες, καθώς, όπως αναδεικνύεται και μέσα από το ντοκιμαντέρ, το γεγονός ότι μίλησε δημόσια αποτέλεσε ένα τεράστιο βήμα στη διαδικασία επούλωσης των τραυμάτων της.