Συνέντευξη Τύπου παραχώρησε την Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011 στο πλαίσιο του 52ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ο σκηνοθέτης και μέλος της κριτικής επιτροπής της φετινής διοργάνωσης Κωνσταντίνος Γιάνναρης, στο έργο του οποίου το φεστιβάλ παρουσιάζει πλήρες αφιέρωμα.
«Ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο του Γιάνναρη πριν από μερικά χρόνια, στις Κάνες και έμεινα εκστατικός. Έκτοτε παραμένω πιστός θαυμαστής του», ανέφερε χαρακτηριστικά ο διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Δημήτρης Εϊπίδης. Και συνέχισε: «Η παρουσία του Κωνσταντίνου Γιάνναρη μέχρι στιγμής έχει αφήσει ένα πολύ σημαντικό έργο στον ελληνικό κινηματογράφο. Αποτελεί κίνητρο για τη νέα γενιά ανεξάρτητων σκηνοθετών, που πιστεύει ότι η δημιουργία στην οθόνη είναι μια βασική ανθρώπινη έκφραση. Ο Γιάνναρης, είναι ένα αδιαμφισβήτητο κεφάλαιο για τον ελληνικό κινηματογράφο».
Ερωτώμενος, σχετικά με το πως νιώθει για το αναδρομικό αφιέρωμα στο έργο του, ο δημιουργός απάντησε: «Σύγχυση!». Και εξήγησε: «Σύγχυση νιώθει ο κάθε δημιουργός γιατί η δημιουργία είναι ή προέρχεται από σύγχυση. Αυτό το αφιέρωμα του φεστιβάλ αποτελεί την ευκαιρία να κάνω έναν εσωτερικό απολογισμό, αλλά και έναν απολογισμό μαζί με τους θεατές. Στην αρχή ήμουν μάλλον διστακτικός με την πρόταση του φεστιβάλ, αλλά μετά το ξεπέρασα. Είναι ωραίο να βγάζεις πράγματα μέσα από 'μπαούλα' και 'αποσκευές', που μπορεί να είχες ξεχάσει κι εσύ ο ίδιος και να τα φέρνεις στα μάτια των θεατών».
Κοιτάζοντας το έργο του στο σύνολό του, ο σκηνοθέτης διαπίστωσε ότι «οι εμμονές του καθενός μένουν σταθερές μέσα στο χρόνο. Μπορεί το στυλ, η μορφή, το περιτύλιγμα να αλλάζει, όμως οι εμμονές, οι φοβίες, τα ερεθίσματα παραμένουν τελικά αμετάβλητα. Αυτό τρομάζει, αν σκεφτείς πόσο είμαστε προκαθορισμένοι και συνάμα ερεθίζει, είναι μια πάλη με το DNA. Αν μπορούσα να αλλάξω εμμονή θα το έκανα ευχαρίστως, ωστόσο απ’ την άλλη, δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να μην κάνει ταινίες».
Αναφορικά με τις επιρροές του, επεσήμανε ότι «προέρχονται από την ώσμωση δύο παραδόσεων, της ντοκιμαντερίστικης σχολής με την πολιτικοποιημένη ματιά και συνάμα της αισθητικής σχολής». Η σημαντικότερη στιγμή για τον ίδιο στην κινηματογραφική διαδικασία είναι όταν συνδυάζονται ιδανικά η θεματολογία με το αισθητικό αποτέλεσμα. «Η πορεία του δημιουργού είναι κάθε φορά να βρίσκει την επόμενη τέτοια στιγμή. Αν παραμείνεις στα ίδια, βαλτώνεις. Είμαι άνθρωπος του εφήμερου, του περιστασιακού. Ωραία και η σταθερότητα, αλλά και το εφήμερο έχει την χάρη του», τόνισε ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης.
Για τον σκηνοθέτη, η ταινία δεν είναι μόνο μια αφηγηματική εμπειρία αλλά και μια εικαστική, που εκτυλίσσεται σε επίπεδο εικόνων. Όπως εξήγησε, όταν ήταν μικρός ήθελε να γίνει ζωγράφος ή αρχιτέκτονας: «Το ότι δεν είχα τη δεξιότητα να γίνω ζωγράφος με πονάει και προσπαθώ να το αμβλύνω μέσα από τον κινηματογραφικό φακό. Στην Ελλάδα είχαμε πάντα το βαρύγδουπο της αφήγησης. Η ταινία ως εικαστικό έργο είναι πολύ κοντά σε εμένα».
Στη συνέχεια υπογράμμισε πως σκοπεύει να επιστρέψει σε πιο προσωπικές φόρμες γιατί θέλει να έχει τον απόλυτο έλεγχο, ενώ σκέφτεται να διαφοροποιήσει και τη θεματολογία του: «Δε θέλω να χαρακτηριστώ σκηνοθέτης του περιθωρίου ή του μεταναστευτικού ζητήματος. Υπάρχουν πολιτικά και κοινωνικοοικονομικά θέματα με απίστευτο ενδιαφέρον. Δυστυχώς λόγω της κατάστασης που επικρατεί σε όλη Ευρώπη, υπάρχουν πάρα πολλά ερεθίσματα για τον δημιουργό. Αυτό μπορεί να είναι πολύ καλό για την τέχνη, όχι όμως αναγκαστικά και για τις ίδιες τις κοινωνίες. Η Ελλάδα, αναφερόταν μέχρι πρότινος ως Ελλαδίτσα, ως ο μικροαστικός παράδεισος, χωρίς τις ταξικές αντιφάσεις άλλων κοινωνιών των βαλκανικών χωρών. Τελικά όμως, αυτή η διαφορά μας από άλλες κοινωνίες αποδείχθηκε πολύ εύθραυστη. Μέσα σε δύο χρόνια αποδείχτηκε πόσο σαθρά ήταν τα θεμέλια των τελευταίων 40 χρόνων».
Ένα από τα θέματα που ερεθίζουν τη ματιά του σκηνοθέτη είναι η βία. «Έχουμε αρκετά πρόσφατες και σοκαριστικές ιστορίες βίας. Είναι η ηδονή της βίας που διακατέχει κυρίως νέους που προέρχονται από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα». Στο επόμενο project του, με τίτλο Kalashnikov, που συμμετέχει στο Φόρουμ Συμπαραγωγών Crossroads, ο Γιάνναρης δούλεψε με την ίδια ομάδα παραγωγής με την οποία είχε δουλέψει και για την ταινία Από την άκρη της πόλης. «To Kalashnikov αποτελεί κατά κάποιο τρόπο μια απάντηση στην ταινία Από την άκρη της πόλης, χωρίς την αφέλεια εκείνης της εποχής».
Ο ίδιος βλέπει τις ταινίες του «σαν ανοιχτή σελίδα. Με μια γόμα σβήνεις, και ξαναπροσθέτεις». Αυτό συνέβη και στην τελευταία ταινία του Άνθρωπος στη θάλασσα, για την οποία όπως εξήγησε, μετά τη λήξη του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης θα προχωρήσει σε αλλαγές στο μοντάζ, κυρίως στο πρώτο μισάωρο του φιλμ ώστε να υπάρχει πιο ξεκάθαρη αφηγηματική ροή». Μιλώντας για τη συνεργασία του με ερασιτέχνες ηθοποιούς στην ταινία Άνθρωπος στη θάλασσα, είπε χαρακτηριστικά: «Ήταν στρατιωτάκια, ενεπλάκησαν ολόψυχα, έδειχναν εντυπωσιακή αφοσίωση στην ταινία. Υπήρχαν άτομα που τελείωναν από την οικοδομή στις 9 το βράδυ και μετά δούλευαν μέχρι αργά στις πρόβες». Σ’ αυτό το σημείο, ο σκηνοθέτης έκανε μνεία και στους επαγγελματίες ηθοποιούς και ιδιαιτέρως στον Αντώνη Καρυστινό, «για την αφοσίωση και την καταπληκτική ερμηνεία του».
Όταν ρωτήθηκε για το αν παρουσιάζει τη σκηνοθεσία με ηδονοβλεπτική διαδικασία, σχολίασε: «Ο ηδονοβλεψίας κοιτάει με μια αίσθηση κρυφής και διεστραμμένης χαράς, που δεν μπορεί να ομολογηθεί ως ηδονή. Ζει σε ένα λυκόφως ενοχής. Εγώ δεν έχω καμία ενοχή για αυτή την ηδονή. Εμένα μου αρέσει η παρατήρηση από την άκρη του ματιού. Οι εκφράσεις και οι χειρονομίες των ανθρώπων εγγράφονται στο 'σκληρό δίσκο' μου και κάποια στιγμή τις ανασύρω και τις ενσωματώνω σε έναν χαρακτήρα. Αυτό είναι το οξυγόνο του δημιουργού».
Τέλος, ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης μίλησε για την “κινηματογραφική άνοιξη” που σημειώνεται στην εγχώρια παραγωγή των τελευταίων ετών. «Είναι πολύ ελπιδοφόρο. Νέα παιδιά όπως ο Κούτρας, ο Τσίτος, η Τσαγγάρη, ο Λάνθιμος που έκαναν δουλειές και πριν από 10 χρόνια τώρα ωριμάζουν πιο γρήγορα. Θα έρθουν και άλλα παιδιά 20, 25, 30 ετών», προέβλεψε ο δημιουργός.