52ο ΦΚΘ: Συνέντευξη τύπου Ούλριχ Ζάιντλ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ ΟΥΛΡΙΧ ΖΑΪΝΤΛ

Συνέντευξη Τύπου παραχώρησε ο αυστριακός δημιουργός Ούρλιχ Ζάιντλ, την Παρασκευή 11 Νοεμβρίου στην Αποθήκη Γ, στο πλαίσιο του 52ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, παρουσία του διευθυντή του Φεστιβάλ, Δημήτρη Εϊπίδη. Η φετινή διοργάνωση πραγματοποιεί εκτενές αφιέρωμα στο έργο του Ζάιντλ, προβάλλοντας αντιπροσωπευτικά ντοκιμαντέρ και ταινίες μυθοπλασίας της φιλμογραφίας του. Στο πλαίσιο του αφιερώματος, ο δημιουργός πραγματοποίησε επίσης εργαστήριο, με θέμα τα νέα του πρότζεκτ Παράδεισος και Υπόγειο.

Στο ξεκίνημα της συνέντευξης Τύπου, την οποία συντόνισε η Έλενα Χρηστοπούλου, ο κ. Εϊπίδης επεσήμανε: «Η παρουσίαση του έργου ενός κορυφαίου ευρωπαίου σκηνοθέτη, του Ούρλιχ Ζάιντλ, αποτελεί μια από σημαντικότερες στιγμές της φετινής διοργάνωσης. Προσωπικά λατρεύω το σινεμά του και είναι μάλιστα η δεύτερη φορά που οργανώνω συνολική παρουσίαση του έργου του – η προηγούμενη ήταν πριν από δέκα χρόνια στο φεστιβάλ του Τορόντο. Χαιρόμαστε ιδιαίτερα για τη σύντομη επίσκεψή του στη Θεσσαλονίκη, καθώς και για το εργαστήριο που πραγματοποίησε προ ολίγου, όπου μας παρουσίασε ανέκδοτο τμήμα της νέας του δουλειάς. Το εργαστήρι αυτό ήταν, για μένα τουλάχιστον, ένα πραγματικό μάθημα καλού, τίμιου, εμπνευσμένου, δυναμικού κινηματογράφου, που αγγίζει το κοινό, το εμπλουτίζει και το οδηγεί σε νέους δρόμους».

Στη συνέχεια, παίρνοντας το λόγο, ο Ούλριχ Ζάιντλ αποκάλυψε τις δημιουργικές του καταβολές: « Υπήρξε σίγουρα μια μακρά εξέλιξη προτού γίνω σκηνοθέτης. Αρχικά είχα ασχοληθεί με τη ζωγραφική, τα εικαστικά και έπειτα με τη φωτογραφία. Στα 26 μου αποφάσισα να πάω στη σχολή κινηματογράφου της Βιέννης». Εξηγώντας το λόγο της «καθυστερημένης» ενασχόλησής του με το σινεμά, ο δημιουργός δήλωσε: «Μου πήρε τόσα χρόνια βρω τον προορισμό μου εξαιτίας της καταγωγής μου, η οποία μου επέβαλλε να μην έχω τόσο μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό μου. Είχα πιστέψει πως δεν είμαι ικανός για κάτι τέτοιο. Κατάγομαι από μια αστική καθολική οικογένεια και μέσα στο πλαίσιό της, ήταν ακατανόητο το να γίνει κάποιος σκηνοθέτης. Βήμα προς βήμα, έφτασα τελικά να κάνω την πρώτη μου ταινία. Μέχρι τότε, συγκέντρωσα μεγάλη εμπειρία ζωής, η οποία έμελλε να αποδειχθεί η καλύτερη σχολή για μένα: είχα κάνει διάφορα επαγγέλματα, είχα συναναστραφεί με πολλούς ανθρώπους του περιθωρίου, για τους οποίους ένιωθα ιδιαίτερη συμπάθεια. Ήθελα να δω τον κόσμο πίσω από την επιφάνειά του».

Μιλώντας για τις διαφορές που χαρακτηρίζουν το έργο του τόσο ως προς τις ταινίες μυθοπλασίας και το ντοκιμαντέρ, αλλά και ως προς το στυλ που έχει υιοθετήσει πλέον σε σχέση με την πρώιμη περίοδό του, ο κ. Ζάιντλ επεσήμανε: «Για μένα, το θέμα δεν είναι το εάν προτιμώ να κάνω ταινία μυθοπλασίας ή ντοκιμαντέρ. Όταν καταλήξω σε ένα συγκεκριμένο θέμα, αυτό ακριβώς θα με οδηγήσει στο τι είδους ταινία θα γυρίσω. Μερικές φορές βέβαια συμβαίνει πολλές ταινίες μυθοπλασίας να έχουν χαρακτήρα ντοκιμαντέρ και αντιστρόφως. Ξεκίνησα από το ντοκιμαντέρ για να στραφώ έπειτα στη μυθοπλασία, κυρίως μετά την ταινία Σκυλίσιες μέρες». Και πρόσθεσε: «Στην αρχή της διαδρομής μου, θεωρούσα ότι το ντοκιμαντέρ μου έδινε μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων, καθώς και με μικρό προϋπολογισμό μπορούσα να γυρίσω αυτό που ήθελα. Δε χρειαζόμουν κάποιο σενάριο προκειμένου να εκφραστώ κινηματογραφικά. Ήταν σαν ένα ταξίδι το οποίο ξεκινά κανείς χωρίς να ξέρει που θα καταλήξει, αφού το υλικό είναι αυτό που καθορίζει τα πάντα. Όταν αργότερα στράφηκα στη μυθοπλασία, αντιλήφθηκα ότι απαιτείται περισσότερος έλεγχος και σχεδιασμός, ενώ ταυτόχρονα έφερα αυξημένη ευθύνη ως προς την παραγωγή και τους συνεργάτες μου. Ωστόσο, πλέον θεωρώ ότι οι ταινίες μυθοπλασίας είναι εκείνες που μου δίνουν μεγαλύτερη καλλιτεχνική και δημιουργική ελευθερία, σε αντίθεση με το ντοκιμαντέρ που από τη φύση του έχει όρια – π.χ. στο ντοκιμαντέρ δεν μπορείς να βάλεις κάποιον να πεθάνει».

Στη συνέχεια, ο κ. Ζάιντλ αναφέρθηκε στη φάση προετοιμασίας μιας ταινίας, αρνούμενος ότι προετοιμάζεται διαφορετικά για κάθε ταινία, καθώς αυτό που έχει σημασία για τον ίδιο είναι η επιλογή των συνεργατών, των τόπων γυρισμάτων κλπ. «Για μένα δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε ντοκιμαντέρ και μυθοπλασία, σε ό,τι αφορά στη σκηνοθεσία. Αυτό που προέχει είναι το πού αποσκοπώ, τι θέλω να δείξω», υπογράμμισε ο δημιουργός.

Όσον αφορά στην οπτική του απέναντι στους χαρακτήρες του, ο αυστριακός σκηνοθέτης εξήγησε: «Αυτό που προσέχω ιδιαίτερα είναι τα κάδρα, δηλαδή το να είναι συγκεκριμένα, αφού τα στήνω με ακρίβεια χιλιοστού. Είναι μια στιγμή μαγική για μένα εκείνη κατά την οποία οι πρωταγωνιστές κοιτούν μέσα στο φακό, όταν οι πρωταγωνιστές αλληλεπιδρούν με το κοινό. Είναι σα να λέμε ότι η ζωή παγώνει για μια στιγμή, ενώ οι πρωταγωνιστές συνεχίζουν να αναπνέουν». Μιλώντας για τον τρόπο με τον οποίο βλέπει τον κόσμο, ο σκηνοθέτης παρατήρησε: «Σκοπός μου είναι να μη δείξω έναν ωραιοποιημένο κόσμο, αλλά τι είναι αυτό που συμβαίνει πραγματικά πίσω από την επιφάνεια της ωραιοποίησης. Προσωπικά, δίνω ιδιαίτερη σημασία στους χαρακτήρες που επιλέγω να δείξω, καθώς και στις προσωπικές στιγμές τους, εκείνες που όλοι μας γνωρίζουμε ότι έχουν συχνά κάτι το προκλητικό, κάτι που μας ταράζει και μας ενοχλεί. Δεν σας κρύβω μάλιστα ότι υπάρχουν στιγμές όπου εγώ ο ίδιος αναγνωρίζω τον εαυτό μου σε κάτι που δείχνω. Είναι ανθρώπινο πάντως να μη θέλει κάποιος να δει πως πραγματικά είναι, να μη θέλει να δει την αλήθεια».

Σε ερώτηση αναφορικά με τα συναισθήματά του, ο κ. Ζάιντλ αποκάλυψε μεταξύ άλλων ότι περνά πολύ χρόνο με τους ανθρώπους που κινηματογραφεί. Αναφέρθηκε επίσης και στη δική του κατάθλιψη, «η οποία προηγείται της ταινίας», όπως σημείωσε χαρακτηριστικά. «Κατά τη διάρκεια της δουλειάς μου, έρχομαι ιδιαίτερα κοντά με αυτούς τους ανθρώπους και τους συναισθάνομαι, όταν όμως ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία, θεωρώ ότι την αφήνω πίσω μου. Ωστόσο, κάθε κανόνας έχει και τις εξαιρέσεις του. Μια τέτοια εξαίρεση αφορά την ταινία Import/Export και την εναρκτήρια σκηνή που διαδραματίζεται στο νοσοκομείο με ένα μωρό. Αυτή είναι μια σκηνή που ακόμη και σήμερα δεν την αντέχω, είναι πραγματικά πολύ δύσκολη», πρόσθεσε ο δημιουργός.

Αναφορικά με το νέο του πρότζεκτ Paradise, ο Ούλριχ Ζάιντλ επεσήμανε: «Όταν ξεκίνησα να δουλεύω σε αυτό, δεν ήξερα πού θα με οδηγήσει, ήταν ένα πρότζεκτ που προοριζόταν για μια ταινία τριών επεισοδίων, καταλήγοντας τελικά σε τρεις διαφορετικές ταινίες. Καθεμιά από αυτές έχει επίκεντρο ένα διαφορετικό άτομο, χωρίς ωστόσο αυτοί οι τρεις χαρακτήρες να συνδέονται μεταξύ τους. Αυτό διαφέρει με το παρελθόν, καθώς στις παλαιότερες ταινίες μου οι άνθρωποι μεταξύ τους ήταν πάντοτε, με κάποιο τρόπο, συνδεδεμένοι».

Απαντώντας σε ερώτηση αναφορικά με τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, αλλά και τη θέση του ως προς τις ιδιαιτερότητες του κινηματογράφου συγκριτικά με τις υπόλοιπες τέχνες, ο κ. Ζάιντλ δήλωσε: «Ως προς το πρώτο σκέλος, έχω πλέον βγει από την εκκλησία, αλλά ψάχνω ακόμη το Θεό. Σε ό,τι αφορά στο δεύτερο, θεωρώ πολύ σημαντικό όταν κάνεις κινηματογράφο να κάνεις αυτό που θέλεις, αφού αν δεν μπορείς να χειριστείς το μέσο όπως επιθυμείς, δεν μπορείς να εξελιχθείς μέσα από αυτό. Βλέπω πολλούς νέους ανθρώπους που είτε δε μπορούν να κάνουν αυτό που πραγματικά επιθυμούν, είτε περνούν πολλά χρόνια προτού κάνουν μια δεύτερη ταινία. Εγώ πήγα σε αρκετά προχωρημένη ηλικία στη σχολή κινηματογράφου της Βιέννης, όπου παρέμεινα μόνο δύο χρόνια, καθώς δεν πίστευα τελικά ότι είχα βρει εκεί αυτό που πραγματικά ήθελα. Έπειτα, χρειάστηκα άλλα επτά χρόνια για να γυρίσω την πρώτη μου ταινία». Ο ίδιος συμπλήρωσε: «Εννοείται ότι για να κάνεις σινεμά χρειάζεσαι χρήματα, συνεργάτες, παραγωγή. Αντίθετα, το έργο ενός ζωγράφου ή ενός συγγραφέα είναι πιο εύκολο, από τη στιγμή που εκείνοι δεν χρειάζονται κάποιο μέσο για να πραγματώσουν την επιθυμία τους. Στον κινηματογράφο όμως αν δεν έχεις τα μέσα δε μπορείς να προχωρήσεις, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε και την εμπορική διάσταση του πράγματος. Το σινεμά γνωρίζουμε από την πρώτη στιγμή ότι εμπεριέχει και εμπορικό σκοπό, γι’ αυτό και αναρωτιόμουν εάν αυτό είναι όντως το σωστό επάγγελμα για μένα. Τελικά όμως είμαι ευχαριστημένος, παρόλο που δεν μπορώ ως σκηνοθέτης να δουλεύω μόνος, όπως ένας συγγραφέας. Ο κινηματογράφος απαιτεί επαφή με πολλούς ανθρώπους».

Το αφιέρωμα στο έργο του Ούλριχ Ζάιντλ εντάσσεται στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες», που χρηματοδοτείται μεταξύ άλλων δράσεων του 52ου ΦΚΘ από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, στο πλαίσιο του ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας 2007-2013.