ΞΕΡΟΛΙΘΙΕΣ.ΣΤΗΡΙΓΜΑΤΑ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ / ΓΑΥΔΟΣ. ΕΚΕΙ ΣΤΟ ΝΟΤΟ / ΞΥΠΝΗΣΕ Ο ΣΟΥΛΤΑΝ ΑΧΜΕΤ
Συνέντευξη Τύπου παραχώρησαν την Κυριακή 11 Μαρτίου 2012, στο πλαίσιο του 14ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, οι σκηνοθέτες Λυδία Καρρά και Αμαλία Ζέπου (Ξερολιθιές. Στηρίγματα στο Αιγαίο), Ανθή Νταουντάκη (Γαύδος. Εκεί στο Νότο) και Νίκος Λυγγούρης (Ξύπνησε ο Σουλτάν Αχμέτ).
Η ταινία Γαύδος. Εκεί στο Νότο της Ανθής Νταουντάκη χαρτογραφεί το νησί μέσα από τις ιστορίες των ανθρώπων του, τόσο κατά το καλοκαίρι όπου συρρέουν τουρίστες όσο και το χειμώνα που ερημώνει. Απαντώντας σε ερώτηση της συντονίστριας Δήμητρας Νικολοπούλου σχετικά με το πόσο καιρό χρειάστηκε προκειμένου να ανακαλύψει το νησί σε βάθος, η δημιουργός σημείωσε: «Είχαμε κάνει ένα προπαρασκευαστικό ταξίδι στη Γαύδο, ενώ αργότερα χρειάστηκε να μείνουμε και το χειμώνα για ένα διάστημα 20-25 ημερών, όπου αρχίσαμε να κινηματογραφούμε αλλά και να γνωρίζουμε ανθρώπους, καταλήγοντας παράλληλα σε αυτούς που ‘’συμπυκνώνουν’’ καλύτερα αυτά που θέλαμε να δείξουμε. Μετά ξαναπήγαμε το καλοκαίρι δύο φορές, καθώς και το φθινόπωρο. Συνολικά τα γυρίσματα διήρκεσαν σε σπαστά διαστήματα ένα χρόνο». Όσον αφορά στην κοινότητα των Ρώσων επιστημόνων που συνάντησε στη Γαύδο, η κ. Νταουντάκη υπογράμμισε: «Πρόκειται για ανθρώπους οι οποίοι ενώ ζούσαν σε μορφή κοινοβίου στον τόπο τους, αποφάσισαν ότι δεν ήθελαν να δουλεύουν πλέον εγκλωβισμένοι σε επιστημονικά ινστιτούτα για λογαριασμό εταιρειών ή του κράτους. Έφυγαν από τη χώρα τους λίγο πριν την πτώση του καθεστώτος, έτρεφαν ήδη μεγάλη αγάπη για τη Ελλάδα και τον Πυθαγόρα και τελικά βρήκαν στη Γαύδο έναν δικό τους παράδεισο. Έχω όμως την αίσθηση ότι αρκετοί από αυτούς δε θα παραμείνουν για πολύ εκεί, καθώς είναι άνθρωποι που τους αρέσει να γνωρίζουν νέους τόπους». Αντιπαραβάλλοντας τη ζωή σε αυτό μικρό νησί με τον υπόλοιπο κόσμο, η σκηνοθέτιδα σχολίασε ότι αυτό που αναζητούσε ήταν μία μικροκλίμακα ανθρώπων, ενώ αναφερόμενη στις τεχνολογικές καινοτομίες (π.χ. ανεμογεννήτριες) που καταφτάνουν στο νησί, παρατήρησε ότι οι ντόπιοι δεν είναι εξοικειωμένοι με την τεχνολογία, παρότι στο νησί υπάρχει ξεχωριστή ανάγκη, μιας και το ρεύμα στη Γαύδο παράγεται ακόμη με πετρελαιογεννήτριες.
Στη συνέχεια, το λόγο πήρε ο Νίκος Λυγγούρης, ο οποίος στην ταινία του Ξύπνησε ο Σουλτάν Αχμέτ, συνθέτει το πορτραίτο του γλύπτη Κωνσταντίνου Φίσερ, μιας ξεχωριστής προσωπικότητας που, μεταξύ άλλων, προσφέρει σημαντικό κοινωνικό έργο. Μιλώντας για τη συνάντησή τους, ο σκηνοθέτης αναφέρθηκε σε αυτόν τον «περίεργο Γερμανό για τον οποίο άκουγε ότι ζει στα Χανιά και ο οποίος είχε φύγει από τη χώρα του επειδή δε μπορούσε να ενσωματωθεί στον εκεί τρόπο ζωής». Με αφορμή την πρόταση που δέχτηκε από την ΕΡΤ για να κάνει ένα ντοκιμαντέρ με θέμα έναν ιδιαίτερο άνθρωπο, ο σκηνοθέτης αποφάσισε να πλησιάσει τον Φίσερ, ο οποίος άμεσα δέχθηκε να συμμετάσχει. Αναφερόμενος στον τρόπο με τον οποίο ο δημιουργός έπεισε τον Φίσερ να του ανοιχτεί, ο κ. Λυγγούρης τόνισε: «Έτυχε να αναπτυχθεί ένα είδος φιλίας μεταξύ μας. Και οι δύο γνωρίζουμε άλλωστε τόσο ελληνικά όσο και γερμανικά, καθώς εγώ ζω στο Βερολίνο κι εκείνος στην Ελλάδα, οπότε μιλούσαμε και στις δύο γλώσσες, ενώ ο καθένας έφτανε εν τέλει να αγανακτεί για τους δικούς του λόγους με τη χώρα του. Αυτό που έκανα ήταν να του ζητήσω εμπιστοσύνη και απλώς το δέχτηκε, προφανώς επειδή το ήθελε». Στην ταινία, ο Φίσερ μιλά για τα υλικά που χειρίζεται στην Τέχνη της γλυπτικής και τη ζωή του λέγοντας «θέλω τα υλικά μου με τη ζωή μου να είναι ένα και το αυτό». Ο σκηνοθέτης επεσήμανε σχετικά με αυτή τη ρήση: «Ο Κωνσταντίνος είναι πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος, ένα είδος κοσμοκαλόγερου, πολύ μοναχικός, σαν τον Δημοσθένη. Τον θαυμάζω, όταν δηλώνει ότι η ζωή και τα υλικά του είναι ένα και το αυτό το εννοεί πραγματικά. Όπως λέει και ο Γιόζεφ Μπόις, αυτό που επιζητά είναι να συνδυάζει τη ζωή με τη δημιουργικότητα. Άλλωστε, η δημιουργία δεν υπάρχει μόνο στην Τέχνη, αλλά και σε μια δανειστική βιβλιοθήκη, όπως αυτή που έχει φτιάξει ο Κωνσταντίνος. Αυτό που κάνει εν τέλει ο ίδιος είναι να ψυχαναλύεται, γυρεύοντας μια ενότητα μεταξύ Τέχνης και ζωής, ενώ προσπαθεί να έρθει σε επαφή με το μικρό παιδί που κρύβει μέσα του».
Η συνέντευξη Τύπου ολοκληρώθηκε με τις σκηνοθέτιδες Λυδία Καρρά και την Αμαλία Ζέπου και την ταινία τους Ξερολιθιές. Στηρίγματα στο Αιγαίο. Η κ. Ζέπου αναφέρθηκε στην αφετηρία του φιλμ: «Το ντοκιμαντέρ προέκυψε με αφορμή ένα πρόγραμμα που ξεκίνησε η Λυδία, το οποίο που ονομάζεται ‘’Μονοπάτια Πολιτισμού’’ και αφορά σε μονοπάτια ανά την Ελλάδα. Στην ελληνική εταιρεία που είχε αναλάβει το έργο προσπαθήσαμε να αναδείξουμε αυτά τα μονοπάτια, ενώ ασχοληθήκαμε με τη συντήρηση, τον καθαρισμό και τη σηματοδότηση τους. Είμαστε οργανωτές της συντήρησης αυτού του μονοπατιού που δείχνει το ντοκιμαντέρ και όχι απλά δημιουργοί ντοκιμαντέρ. Παράλληλα με την ταινία, στήσαμε κι ένα εργαστήριο προκειμένου να συντηρήσουμε το μονοπάτι της Σίφνου. Όλη αυτή η προσπάθεια, όμως, γέννησε και την καταγραφή μιας παλιάς τέχνης, σχεδόν νεολιθικής, καθώς μόνο στην πέτρα και τα χέρια βασίζεται αυτή η τεχνική». Η κ. Ζέπου εκμυστηρεύτηκε επίσης την επιθυμία της να καταγραφούν και μονοπάτια άλλων νησιών, ενώ σχολίασε και τις διαφορετικές λέξεις που χρησιμοποιούν οι ντόπιοι για τις ξερολιθιές, όπως ακριβώς κάνουν και οι Εσκιμώοι για το άσπρο και το χιόνι.
Από την πλευρά της, η Λυδία Καρρά επισήμανε τις αρχικές επιφυλάξεις που είχαν οι ντόπιοι για τους νέους που έσπευσαν στη Σίφνο προκειμένου να διατηρήσουν και να μάθουν την αρχαία τέχνη τους: «Όταν οι νησιώτες είδαν πόσοι νέοι έφτασαν στον τόπο τους και πόσο ήθελαν να μάθουν από αυτούς, ανοίχτηκαν αυθόρμητα, ενώ άρχισαν να συνεννοούνται μεταξύ τους μαζί με δίστιχα και να τραγουδούν». Η σκηνοθέτιδα αναφέρθηκε και στον τρόπο με τον οποίο οι δύο δημιουργοί έβλεπαν αυτή τη συνύπαρξη: «Μιλώντας για τα μονοπάτια και τα ξερολίθια, εγώ και η Αμαλία έχουμε την τάση να βλέπουμε τα πράγματα και από τη μεριά του ντοκιμαντερίστα. Αυτό που με συγκίνησε, ωστόσο, είναι ότι αυτά τα ταπεινά μνημεία όπως οι ξερολιθιές, που συγκρατούν το ελάχιστο χώμα των νησιών, τα τελευταία χρόνια εγκαταλείφθηκαν, έγιναν ένα σύμβολο της γενικότερης διάβρωσης της κοινωνίας μας. Η ανταπόκριση των νέων ήταν μεγάλη, καθώς υπήρχαν πολλοί που ήθελαν να πάνε εκεί και να κάνουν κάτι φαινομενικά ασήμαντο, συμβάλλοντας σε αυτό που λέμε συμβολικά να φτιάξουμε κάτι πέτρα-πέτρα». Επίσης, η κ. Ζέπου τόνισε τη διαφορά που έκανε στους τουρίστες η εμπειρία της αναδημιουργίας του μονοπατιού. «Από εκεί που οι Γάλλοι τουρίστες έβλεπαν στο πρόσωπο του νησιού και στα μονοπάτια την εγκατάλειψη και την ερήμωση της Ελλάδας, κατέληξαν να φύγουν με μια αισιόδοξη αίσθηση αναγέννησης».
Η Αμαλία Ζέπου σχολίασε την ταινία Γαύδος. Εκεί στο νότο, σημειώνοντας πως την εξέλαβε «ως φιλοσοφικό δοκίμιο για τον άνθρωπο, για έναν noble savage (ευγενή άγριο)». Η κ. Νταουντάκη αποκάλυψε τι της έμεινε από τη Γαύδο: «Αυτό που κρατάω είναι μια συνύπαρξη πολύ όμορφη, ανάμεσα σε ντόπιους που δεν έχουν φύγει ποτέ από εκεί ζώντας υπό με άθλιες συνθήκες, μαζί με άλλους αυτοεξόριστους που έχουν εγκαταλείψει πόλεις από διάφορες χώρες γυρεύοντας ένα άλλο νόημα στη ζωή, μια ρομαντική αναζήτηση». Και πρόσθεσε: «Είναι εντυπωσιακό πώς αυτοί οι διαφορετικοί κόσμοι προσπαθούν να επικοινωνήσουν. Ωστόσο, παραμένει ο παράγοντας της βίαιης τουριστικής ανάπτυξης, καθώς οι ντόπιοι εγκαταλείπουν τις παραδοσιακές ασχολίες, ενώ οι ξένοι είναι αυτοί που παραδόξως προσπαθούν να τους επαναφέρουν τον παλιό τρόπο σκέψης». Αναφερόμενη στην πηγή έμπνευσής, η κ. Νταουντάκη απάντησε: «Είχα μπει σε μια φάση αναζήτησης αλά Ρουσώ, όπως και πολλοί από όσους συνάντησα. Δεν είναι μόνο το αν θα πέσει πείνα στις πόλεις λόγω κρίσης και θα αναγκαστούμε να πάμε στα χωριά, είναι που αρχίζεις πλέον να βλέπεις τι σου είναι πραγματικά αναγκαίο».
Σχολιάζοντας τι κρατά από τη συνάντησή του με τον Κωνσταντίνο Φίσερ, ο κ. Λυγγούρης μίλησε για τις «τέσσερις εντολές του Κωνσταντίνου προς τον εαυτό του: Να βοηθάς τους άλλους και να μαθαίνεις από αυτούς, να αγκαλιάζεις και να αφήνεις να σε αγκαλιάζουν, να ζεις με πολύ λίγα και να γυρίζεις μέχρι τέλους το καλειδοσκόπιο της ζωής σου. Σκοπός είναι άλλωστε να ασχολείσαι ουσιαστικά με τους άλλους, να ξεχάσεις το εγώ σου και να ανοιχτείς στον κόσμο».
Η Λυδία Καρρά σχολίασε τη μεταστροφή των ντόπιων της Σίφνου ύστερα από την ανταπόκριση που είδαν από ξένους για το μονοπάτι και την τέχνη των ξερολιθιών. «Ζούμε όλοι την κρίση όπως τη ζούμε. Στα νησιά νιώθουν ακόμη πιο ευάλωτοι και εξαρτώμενοι. Το ότι πήγαν εκεί νέοι και ενδιαφέρθηκαν για κάτι τόσο σημαντικό για αυτούς όπως τα μονοπάτια, τους έκανε να αναθαρρήσουν και να χαρούν πραγματικά. Έπειτα από όλα αυτά έλεγαν τι ωραίο που είναι το νησί μας. Αυτή η μαγεία και η ομορφιά τους προέκυψε όταν συνειδητοποίησαν ότι ζουν σε έναν τόπο που αξίζει πραγματικά».
Το σύνολο των ελληνικών ταινιών του προγράμματος του 14ου ΦΝΘ χρηματοδοτούνται, μεταξύ άλλων δράσεων του 14ου ΦΝΘ, από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, στο πλαίσιο του ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας 2007-2013.