ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
CAMINO MUSICAL 9 ΜΕΡΕΣ ΓΑΛΙΘΙΑΝΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ /ΣΚΑΠΕΤΑ
THEY GLOW IN THE DARK / ΜΟΥΣΙΚΟ ΧΩΡΙΟ
Ο κύκλος των συνεντεύξεων Τύπου του επετειακού 15ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης άνοιξε την Κυριακή 17 Μαρτίου 2013, με τους σκηνοθέτες Ανδρέα Σιαδήμα (Μουσικό Χωριό), Ευηρούλα Δούρου (Camino Musical, 9 μέρες γαλιθιανικής μουσικής), Παναγιώτη Ευαγγελίδη (The Glow in the Dark) και Μένιο Καραγιάννη (Σκάπετα).
Το ντοκιμαντέρ του Ανδρέα Σιαδήμα, έχει ως φόντο το χωριό Άγιος Λαυρέντιος του Πηλίου, όπου τρεις φίλοι δημιούργησαν το Μουσικό Χωριό, με στόχο να δημιουργήσουν μία παγκόσμια μουσική κοινότητα όπου η μουσική εκπαίδευση αναπτύσσεται πρωτοποριακά, με όχημα το συλλογικό και συμβιωτικό καλλιτεχνικό βίωμα. «Πρόκειται για κάτι μοναδικό. Ο Άγιος Λαυρέντιος είναι ένα χωριό που κράτησε τη μεσαιωνική του αρχιτεκτονική, χωρίς παρεμβάσεις στον ιστό του. Κάθε Αύγουστο, όταν γίνεται η μουσική συνάντηση, η φύση οργιάζει. Είναι ένα μοναδικό ηχοτοπίο, που θα το ζήλευε ο Τζον Κέιτζ. Έτυχε να βρεθώ εκεί με αφορμή ένα άλλο ντοκιμαντέρ για τους Χειμερινούς Κολυμβητές και είδα τις δράσεις, τους χορούς και τους αυτοσχεδιασμούς. Από τη διάδραση αυτή δεν θα μπορούσε να λείπει το ίδιο το χωριό, όπου ζουν 150 κάτοικοι. Όταν κάθε καλοκαίρι ξαφνικά φτάνουν στα μέρη τους 500 με 1.000 άτομα, αυτό προκαλεί κάτι στο χωριό. Οι περισσότεροι ντόπιοι πρόσκεινται φιλικά στη διοργάνωση, πολλοί αποκτούν φίλους στο Μουσικό Χωριό, άλλοι πάλι ενοχλούνται. Όλα είναι μέσα στο παιχνίδι», σημείωσε ο σκηνοθέτης. Στη συνέχεια, με αφορμή τη δήλωση μιας ηρωίδας του που λέει πως «εδώ βγάζουμε τη φρίκη μας», ο κ. Σιαδήμας εξήγησε ότι πρόθεσή του δεν ήταν να γυρίσει άλλη μία ταινία για την κρίση. «Είναι μία ταινία για τον πιεστικό ρυθμό των σύγχρονων πόλεων σε ένα χωριό που άλλοι βιώνουν τη φύση και άλλοι βρίσκουν ευκαιρία για ξεσάλωμα. Ήθελα να κάνω μία ταινία για την Ελλάδα του σήμερα και για μένα είναι μία αισιόδοξη ταινία», τόνισε χαρακτηριστικά.
Στο Camino Musical: 9 μέρες γαλιθιανικής μουσικής, ένα 9ήμερο οδοιπορικό στην πόλη Σαντιάγο ντε Κομποστέλα, πρωτεύουσα της αυτόνομης κοινότητας της Γαλικίας στη βορειοδυτική Ισπανία, συμμετείχε μια ομάδα φοιτητών του τμήματος Κινηματογράφου του ΑΠΘ. Η σκηνοθέτις Ευηρούλα Δούρου έζησε στο Σαντιάγο σπουδάζοντας σινεμά ως φοιτήτρια Erasmus στο πανεπιστήμιο της πόλης. «Οι άνθρωποι στη Γαλικία ακολουθούν έναν διαφορετικό τρόπο ζωής προκειμένου να στηρίξουν τις παραδόσεις τους. Η περιοχή αυτή, είναι πολύ διαφορετική από το κέντρο της Ισπανίας, τη Μαδρίτη. Και η γλώσσα τους μοιάζει με τα πορτογαλικά. Πρόκειται για μία από τις φτωχότερες περιοχές της Ισπανίας και για τους κατοίκους της η μουσική είναι ένας τρόπος να κρατήσουν τις παραδόσεις τους να εκφράσουν τη διαφορετικότητά τους, την επικοινωνία τους με τους ξένους», είπε η κ. Δούρου. Η Γαλικία, μαζί με την Καταλονία και τη Χώρα των Βάσκων, συγκαταλέγεται στις περιοχές της Ισπανίας που διεκδικούν την ανεξαρτησία τους, μια πολιτική διάσταση για την οποία γίνεται μια μικρή αναφορά στην ταινία. «Οι άνθρωποι εκεί είναι δύσκολοι στην επικοινωνία, δεν είναι ιδιαίτερα ανοιχτοί απέναντι στους ξένους. Καταφέραμε βέβαια να επικοινωνήσουμε και στη διάρκεια των γυρισμάτων προέκυψαν και πολιτικές συζητήσεις, προτίμησα όμως να εστιάσω στο ψυχαγωγικό μέρος», σημείωσε η σκηνοθέτις.
Στην ταινία They Glow in the Dark, ο Μάικλ και ο Τζιμ, δύο μεσήλικες γκέι φίλοι και πρώην εραστές, φορείς του AIDS, ξαναβρίσκονται ύστερα από 20 χρόνια και αποφασίζουν να ενώσουν τις ζωές τους στη Νέα Ορλεάνη, μετά τον τυφώνα Κατρίνα. Ο Παναγιώτης Ευαγγελίδης γνώριζε τον Μάικλ από την εποχή που ο ήρωας ζούσε στην Αθήνα, όχι όμως και τον Τζιμ. «Ο Μάικλ μου έστειλε πριν μερικά χρόνια την αυτοβιογραφία του και έτσι αποφάσισα να γυρίσω την ταινία. Οι άνθρωποι αυτοί, ενώ η ζωή τους είναι στο φτερό, προσπαθούν να χτίσουν μία ζωή με τους λιγότερους δυνατούς συμβιβασμούς. Προσπαθούν να φτιάξουν ένα μικρό έργο τέχνης σε μία ζωή που την οριοθετούν πολύ συγκεκριμένα», τόνισε ο κ. Ευαγγελίδης. Στην ταινία, όπως λέει, και οι δύο ήρωες είναι ο εαυτός τους, χωρίς πόζα, χωρίς διάθεση να αποδείξουν τίποτα. «Είναι άνθρωποι ολιγαρκείς που έχουν πίσω τους ένα εντυπωσιακό παρελθόν. Καθένας τους έχει διαφορετικό background. Ο Μάικλ έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια, ενώ ο Τζιμ προέρχεται από μία κανονική οικογένεια, από αυτές που φοβόμαστε τι θα βγάλουν στις ψηφοφορίες στην Αμερική», παρατήρησε ο σκηνοθέτης. Το ντοκιμαντέρ του, όπως είπε ο ίδιος, φλερτάρει με τη μυθοπλασία. «Από ένα υλικό 50 ωρών έκανα ένα δικό μου σενάριο πάνω στη ζωή των ηρώων. Καθώς προέρχομαι από τον χώρο του βιβλίου με παθιάζουν οι ιστορίες των ανθρώπων. Αυτοί οι δυο έχουν πίσω τους τόσο δυνατές μυθοπλασίες που με τράβηξαν πολύ». Σχετικά με το γεγονός ότι τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν το 2010, λίγο καιρό μετά το ξέσπασμα του τυφώνα Κατρίνα, ο σκηνοθέτης επεσήμανε: «Δεν πήγα να κάνω μία ταινία για τη Νέα Ορλεάνη. Όπως λέει και ο Τζιμ η Νέα Ορλεάνη είναι μία πόλη όπου πας να ολοκληρώσεις την αυτοκαταστροφή σου, είμαι μία πόλη που σε ρουφάει μέσα της».
Τη λέξη «σκάπετα» επέλεξε ο Μένιος Καραγιάννης για τον τίτλο του ντοκιμαντέρ του γύρω από τη ζωή του Χρήστου, ενός ανθρώπου που ζει αποκομμένος από την κοινωνία, σε ένα χωριό χωρίς άλλους κατοίκους, χωρίς ηλεκτρικό, ύδρευση και τηλέφωνο. «Σκάπετα σημαίνει "την κοπανάω", "εξαφανίζομαι πίσω απ' τη ράχη", εκτός οπτικού πεδίου», σημείωσε ο δημιουργός ο οποίος γύρισε μόνος του το ντοκιμαντέρ, χωρίς συνεργείο, ζώντας κοντά στον Χρήστο για έξι μήνες. «Όταν τον ρώτησα αν μπορώ να κάνω το γύρισμα μου απάντησε "κάνε ό,τι θες". Σταδιακά αποκτήθηκε μία σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσά μας. Την ταινία την έκανα από ανάγκη να καταγράψω κάτι που χάνεται. Είναι ένα σπάνιο φαινόμενο αυτός ο άνθρωπος και το περιβάλλον στο οποίο ζει. Ήθελα να διερευνήσω πώς αντέχει κανείς αυτή τη μοναξιά. Κι απ’ την άλλη παρουσιάζω έναν άνθρωπο που διατηρεί άλλη σχέση με το περιβάλλον του. Η συνύπαρξη μαζί του, η ίδια η ταινία θέτει και υπαρξιακά ερωτήματα, για το πόσα πράγματα χρειαζόμαστε τελικά, αλλά και για θέματα όπως η ζωή και ο θάνατος», υπογράμμισε ο κ Καραγιάννης. Η ταινία μεταξύ άλλων θίγει και την υποκρισία που κρύβεται πολλές φορές στη σχέση του σύγχρονου ανθρώπου με το περιβάλλον. Για παράδειγμα, ενώ ζει αρμονικά μαζί με τα ζώα του, ο Χρήστος δεν διστάζει να τα σφάξει, όταν χρειαστεί. «Εμείς αν δούμε να σφάζουν ένα αρνί μας πιάνουν τα κλάματα, ενώ την ίδια στιγμή το θεωρούμε νοστιμότατο. Ο ήρωας φροντίζει τα αρνιά του, τους μιλάει, τα ξέρει ένα - ένα, αλλά δεν διστάζει να τα σφάξει, αν αυτό είναι αναγκαίο», εξήγησε ο δημιουργός.
Στη συνέχεια οι σκηνοθέτες απάντησαν σε ερώτηση για το πώς χειρίστηκαν στην ταινία τους το θέμα της ιδιωτικότητας των χαρακτήρων τους. «Οι άνθρωποι που φτάνουν στον Άγιο Λαυρέντιο παρασύρονται από το αλκοόλ, την ευθυμία, τον ερωτισμό, πράγματα που συχνά θέλουν να κρατήσουν εκτός κάμερας. Την εμπιστοσύνη όμως την κερδίζεις», είπε ο κ. Σιαδήμας, ενώ η κ. Δούρου σημείωσε χαρακτηριστικά: «Εκτός από τις δέκα μέρες των γυρισμάτων, φρόντισα να αναπτύξω μια επαφή με τους ανθρώπους στη Γαλικία. Τους έκανε εντύπωση ότι κάποιος από την Ελλάδα ήθελε να δείξει στον κόσμο την άγνωστη κουλτούρα τους». Πάνω στο θέμα της ιδιωτικότητας, ο κ. Ευαγγελίδης τόνισε ότι «το σημαντικό είναι τι σου επιτρέπει ο ήρωας να πεις και τι επιτρέπεις εσύ από το υλικό που έχεις τραβήξει. Υπάρχει μία δοσοληψία, είναι μία σύνθετη πραγματικότητα στην οποία έχεις την ευθύνη για πολλά ηθικά διλήμματα», ενώ ο κ Καραγιάννης, σχολίασε χαρακτηριστικά: «Καθώς ήταν αδύνατο να κάνω την ταινία με συνεργείο προέκυψαν πέρα από το ζήτημα της εμπιστοσύνης, πολλά πρακτικά ζητήματα. Κάποιες φορές χρειάστηκε να αφήσω την κάμερα και να βοηθήσω τον Χρήστο».
Το σύνολο των ελληνικών ταινιών του προγράμματος του 15ου ΦΝΘ, χρηματοδοτείται μεταξύ άλλων δράσεων της φετινής διοργάνωσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, στο πλαίσιο του ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας 2007-2013.