KOYBENTIAZONTAΣ 22/3
O κύκλος συζητήσεων «Κουβεντιάζοντας» του 15ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης συνεχίστηκε την Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013. Συμμετείχαν οι σκηνοθέτες Μαριάννα Οικονόμου (Food for Love), Δημήτρης Αθυρίδης (Ένα βήμα μπροστά), Ντάνιελ Ντένσικ (Αποστολή στην άκρη του κόσμου) και Νικόλα Ζαμπέλι (Η γη του αύριο-Πώς αποφασίσαμε να γκρεμίσουμε το αόρατο τείχος– συν-σκηνοθεσία με τον Αντρέα Πάκο Μαριάνι).
Τη συζήτηση άνοιξε ο Δημήτρης Αθυρίδης, κάνοντας μία σύντομη εισαγωγή στην ταινία του Ένα βήμα μπροστά, κεντρικό πρόσωπο της οποίας είναι ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης, κινηματογραφημένος κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας το 2010. «Με αιχμαλώτισε η δυνατή προσωπικότητά του», εξήγησε ο δημιουργός και πρόσθεσε: «Ήταν ένα πολύ γνωστό πρόσωπο της πόλης, οινοπαραγωγός και πρώην αλκοολικός. Θεώρησα ότι είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον η ζωή του, καθώς παντρεύτηκε, χώρισε και ξαναπαντρεύτηκε την ίδια γυναίκα. Όλα αυτά βρήκα ότι συνέθεταν ένα πολύ ενδιαφέροντα συνδυασμό, ήδη πολύ πριν αρχίσω τα γυρίσματα».
Σε μία «θερμή» ζώνη του κόσμου, την Παλαιστίνη, ταξίδεψε ο Νικόλα Ζαμπέλι, που συν-σκηνοθέτησε με τον Αντρέα Πάκο Μαριάνι το ντοκιμαντέρ Η γη του αύριο – Πώς αποφασίσαμε να γκρεμίσουμε το αόρατο τείχος. Ο κ. Ζαμπέλι επεσήμανε για τον τόπο των γυρισμάτων: «Στο Ατ-Tουάνι, ένα χωριό στους λόφους νοτιανατολικά της Χεβρώνας, γνωρίσαμε μία διαφορετική πτυχή της ζωής στην Παλαιστίνη. Το μέρος αυτό βρίσκεται υπό τη διαρκή απειλή της εκκένωσης από το 1999, ενώ δέχεται επιθέσεις από Ισραηλινούς εποίκους που ζουν εκεί κοντά. Εκεί ιδρύθηκε πριν από δέκα χρόνια μια Επιτροπή Λαϊκής Αντίστασης, που αποτελεί την έκφραση της μη βίαιης επανάστασης των Παλαιστίνιων».
Αντίθετα, ο Ντάνιελ Ντένσικ επέλεξε ως φόντο του ντοκιμαντέρ του Αποστολή στην άκρη του κόσμου μία από τις πιο ψυχρές περιοχές του πλανήτη, τη Γροιλανδία. Ταξίδεψε εκεί πάνω σε ένα τρικάταρτο καράβι, το πλήρωμα του οποίου απάρτιζαν καλλιτέχνες, γεωλόγοι, αστροβιολόγοι και άλλοι επιστήμονες με στόχο να ανακαλύψουν νέα είδη ζωής και να στοχαστούν πάνω σε υπαρξιακά ερωτήματα. Ο Δανός σκηνοθέτης χαρακτήρισε την ταινία του «φιλοσοφική», καθώς όπως είπε, «μέσα από αυτή την αποστολή στη Γροιλανδία, θέτει ερωτήματα για το νόημα της ζωής και το τέλος του πολιτισμού μας».
Από την πλευρά της, η Μαριάννα Οικονόμου πλέει σε οικεία νερά. Η ταινία της Food for Love θέτει στο επίκεντρο τρεις Ελληνίδες μητέρες, οι οποίες στέλνουν τάπερ με φαγητό στα παιδιά τους που σπουδάζουν μακριά από το σπίτι. Η δημιουργός αναφέρθηκε στους στόχους του φιλμ εξηγώντας: «Θέλησα να δείξω την υπερβολική αγάπη της Ελληνίδας μάνας για τα παιδιά της και τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιεί το φαγητό για να τα κρατήσει κοντά της. Στόχος μου ήταν να ανοίξω ένα παράθυρο στην ιδιαιτερότητα της ελληνικής οικογένειας και να δείξω τι περιέχουν αυτά τα τάπερ: μόνο φαγητό ή και άλλα πράγματα;».
Στην ερώτηση για το ποιο ήταν το κύριο στοιχείο που τους έδωσε την ώθηση να γυρίσουν τις ταινίες τους, οι σκηνοθέτες κατέθεσαν ενδιαφέρουσες απόψεις. «Αυτό που σήμαινε για μένα η ταινία ήταν η δύναμη της ανθρώπινης μεταμόρφωσης», παρατήρησε ο κ. Αθυρίδης και πρόσθεσε: «Ο ήρωας της ταινίας μου, όταν εγκαταλείπει το αλκοόλ γίνεται ο πιο συνειδητοποιημένος άνθρωπος που γνώρισα ποτέ. Δεν είχα δει άλλη φορά τόσο ισχυρή αύρα σε κάποιον. Έτσι κατέγραψα την εξέλιξη όχι ενός ανθρώπου που απεξαρτήθηκε από το αλκοόλ, αλλά κάποιου που έγινε ένας ισχυρός πολίτης. Ο Γιάννης Μπουτάρης εξομολογείται μπροστά στην κάμερα, αποκαλύπτοντας ακόμη και παλιά λάθη του. Ενώ είναι πολιτικός, τώρα πλέον και δήμαρχος, αντί να ακολουθήσει το δρόμο της πολιτικής ορθότητας κάνει το εντελώς ανάποδο».
Ιδιαιτέρως προσωπικά ήταν τα κίνητρα δημιουργίας για τον κ. Ντένσικ, όπως παραδέχτηκε ο ίδιος: «Είμαι συγγραφέας, έχω γράψει τέσσερα βιβλία. Αυτό που με ωθεί είτε όταν γράφω ένα βιβλίο είτε γυρίζω μία ταινία είναι κάτι προσωπικό. Δεν μπορώ να κάνω μία ταινία για άλλους. Όλα είναι βασισμένα πάνω μου. Όταν γύριζα αυτό το ντοκιμαντέρ ήμουν παθιασμένος με την ιδέα της αποκάλυψης, του τέλους του κόσμου. Όσο προχωρούσαν όμως τα γυρίσματα, κατάλαβα ότι είχα κάνει λάθος. Η ταινία μου τελικά είναι μία γιορτή της ζωής, το αντίθετο της θλίψης».
Από την πλευρά της, η Μαριάννα Οικονόμου εξήγησε ότι πρόθεσή της ήταν να δει βαθύτερα το θέμα της μητρικής αγάπης και ανέφερε: «Με απασχόλησε να εξετάσω γιατί γίνονται καταπιεστικές οι Ελληνίδες μητέρες. Προσφέρουν αγάπη και φροντίδα, αλλά συχνά προκαλούν και ασφυξία. Δεν είχα προσωπική εμπειρία, αλλά γνώριζα πολλές τέτοιες ιστορίες από φίλους. Πρόθεσή μου ήταν επίσης να ερευνήσω τον ρόλο του φαγητού στην Ελλάδα, που εξελίσσεται σε μέσο επικοινωνίας, συναισθηματικού δεσμού. Ενώ ξεκίνησα με προκαταλήψεις γι' αυτό το ταπεράκι, στην πορεία κατάλαβα ότι σ' αυτό κρύβει η Ελληνίδα μάνα τη μοναξιά της».
Απαντώντας σε ερώτηση για το εάν η ταινία που έκανε, έφερε κάτι καινούργιο στον ίδιο, ο κ. Αθυρίδης απάντησε: «Την εποχή που ξεκινούσα τα γυρίσματα με απασχολούσε το πώς παίρνει κανείς αποφάσεις. Ο ήρωας παρουσιάζει ακριβώς αυτό, τη δύναμη της απόφασης, τη στιγμή εκείνη που λες “ναι” ή “όχι” και όλα τα άλλα σβήνουν. Το σημαντικό εδώ είναι να μπορείς να αφήνεις πίσω τις λανθασμένες αποφάσεις σου». Πάνω στο ίδιο ερώτημα, ο κ. Ζαμπέλι σημείωσε: «Ένιωσα ότι άλλαξα μέσα από την ταινία. Κάθε εμπειρία σε αλλάζει, έτσι κι αλλιώς αυτό είναι το νόημα της ζωής. Αν δεν αλλάζεις, τότε είσαι ο κύριος Μπερλουσκόνι, γίνεσαι κάποιος που στην πραγματικότητα δεν είσαι. Αυτό είναι μία αποτυχία. Κι αυτό είναι το στοιχείο που μου αρέσει στο ντοκιμαντέρ, ότι σου δίνει την ευκαιρία να μπεις σε μία διαφορετική πραγματικότητα».
Θα μπορούσαν οι δημιουργοί να γυρίσουν ένα ντοκιμαντέρ για ένα πρόσωπο που δεν θα τους άρεσε; Η κ. Οικονόμου απάντησε: «Όχι. Δεν θα μπορούσα ποτέ να το κάνω, γιατί δεν θα μπορούσα και να έρθω κοντά σε ένα τέτοιο πρόσωπο». Ο κ. Αθυρίδης είχε διαφορετική άποψη: «Η δουλειά μας είναι σαν του ψυχολόγου. Ασχολείσαι με έναν άνθρωπο είτε σου αρέσει είτε δεν σου αρέσει. Δεν είναι φίλοι μου τα πρόσωπα των ταινιών μου, δεν ψάχνω για τα δικά μου συναισθήματα, αλλά για την αλήθεια της ιστορίας. Η άποψή μου είναι ότι ο ντοκιμαντερίστας πρέπει να είναι σαν δορυφόρος: αν πλησιάσεις πολύ, θα πέσεις πάνω στον ήρωά σου κι αν απομακρυνθείς θα χαθείς στο διάστημα».
Όσο για το αν θα άλλαζαν κάτι στην ταινία τους εκ των υστέρων, οι τέσσερις σκηνοθέτες έδωσαν εντελώς διαφορετικές απαντήσεις. «Νιώθω περήφανος για την ταινία, τώρα που τη βλέπω. Δεν θα άλλαζα κάτι σ' αυτήν, αν και παρατηρώ ότι οι θεατές γελούν περισσότερο από ό,τι περίμενα, δεν είναι τελικά μία μελαγχολική ταινία», είπε ο κ. Ντένσικ. «Θα άλλαζα τα πάντα γιατί σήμερα είμαι ένας άλλος άνθρωπος», τόνισε ο Νικόλα Ζαμπέλι. «Δεν θα άλλαζα τίποτα. Όχι γιατί μου άρεσε τόσο πολύ η ταινία, αλλά γιατί πιστεύω ότι αντιπροσωπεύει μία εποχή», επεσήμανε ο κ. Αθυρίδης. «Θα άλλαζα κάποια πράγματα. Θα προσπαθούσα να βάλω και την οπτική των παιδιών, πράγμα που δεν καταφέραμε να κάνουμε, γιατί δεν είχαμε τα χρήματα ώστε να ταξιδέψουμε στο εξωτερικό», υπογράμμισε, κλείνοντας, η κ. Οικονόμου.
Οι ταινίες εντάσσονται σε ενότητες που χρηματοδοτούνται, μεταξύ άλλων δράσεων του 15ου ΦΝΘ, από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, στο πλαίσιο του ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας 2007-2013.