Εικόνες του 21ου Αιώνα
14-23 Μαρτίου 2014
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
ΚΑΝΤΟΣ/ΕΚΤΟΣ ΔΡΟΜΟΥ/ΙΣΟΒΙΑ ΔΕΣΜΑ/ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ
Συνέντευξη Τύπου παραχώρησαν την Παρασκευή 21 Μαρτίου 2014, στο πλαίσιο του 16ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, οι σκηνοθέτες Ελίζα Αμορούζο (Εκτός δρόμου), Τσάρλι Πέτερσμαν (Κάντος), Γιαρόν Σανί (Ισόβια δεσμά) και Ναβίνα Χατίμπ (Το σπίτι του φωτός).
Το ντοκιμαντέρ Το σπίτι του φωτός της Ναβίνα Χατίμπ (συν-σκηνοθεσία με την Αλεξάντρα Βελτς) καταγράφει την καθημερινότητα ενός ορφανοτροφείου στο Περού. Η κ. Χατίμπ αναφέρθηκε στο πώς προέκυψε το θέμα της ταινίας: «Η πρώτη μου επίσκεψη εκεί έγινε το 2007 ως εθελόντρια. Από τότε γεννήθηκε η ιδέα του ντοκιμαντέρ, αλλά δεν είχα τα χρήματα. Όταν επέστρεψα μετά από χρόνια, αρχικά κανείς δεν ήθελε να μου μιλήσει κι έτσι έμεινα παραπάνω και δημιούργησα φιλίες με τα άτομα που εργάζονταν εκεί. Τελικά το 2012 ξεκινήσαμε τα γυρίσματα, έχοντας ως αρχική ιδέα να ασχοληθούμε με την ανακαίνιση του σπιτιού. Γρήγορα καταλάβαμε ότι η ιστορία του ήταν πολύ ευρύτερη. Μάθαμε πάρα πολλά πράγματα, τα οποία ήταν δύσκολο να συνδυάσουμε και να συμπεριλάβουμε στο υλικό μας. Κατά ένα τρόπο, η ταινία δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια του μοντάζ, όπου χρειάστηκε να πάρουμε σημαντικές αποφάσεις για το τι θα συμπεριλάβουμε σε αυτή». Η μοντέρ της ταινίας Άνα Πεσαβέντο, η οποία έδωσε επίσης το «παρών» στη συνέντευξη Τύπου, συμπλήρωσε σχετικά: «Το μοντάζ διήρκεσε τρεις μήνες και η επιμέλεια του ηχητικού μέρους της ταινίας ολοκληρώθηκε μέσα σε ένα μήνα». Όσο για το τι συμβαίνει στο ορφανοτροφείο τώρα, η σκηνοθέτιδα Ναβίνα Χατίμπ σημείωσε: «Είμαι καλή φίλη με όλους, ιδιαίτερα με τον υπεύθυνο του σπιτιού και διατηρώ επαφή μαζί τους. Ελπίζω ότι η ταινία θα τραβήξει την προσοχή του κόσμου και ότι ενδεχομένως θα προσελκύσει οικονομική βοήθεια, γεγονός που ήταν και ένας από τους στόχους της εξαρχής: να βοηθήσουμε αυτά τα παιδιά».
Μεγάλο κοινωνικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και το ντοκιμαντέρ Κάντος του Τσάρλι Πέτερσμαν, το οποίο εστιάζει σε τέσσερις ανθρώπινες ιστορίες με φόντο τη σημερινή Κούβα. «Το σκεπτικό ήταν να κάνω μία ταινία όχι για το καθεστώς της χώρας, αλλά για το πώς επιβιώνουν οι άνθρωποι εκεί. Δεν ήθελα να είμαι σαφώς υπέρ ή κατά. Κατά τη διάρκεια της αραβικής άνοιξης άρχισε να με ενδιαφέρει όχι το πώς γεννιούνται οι επαναστάσεις, αλλά το τι έπεται αυτών», σημείωσε ο σκηνοθέτης. Ο ίδιος συμπλήρωσε: «Δεν είχα ξαναπάει στην Κούβα πριν. Με ενδιέφερε να κάνω μία ταινία όπου θα έπρεπε μόνος μου να καταλήξω στο πώς βλέπω τη χώρα, απαλλαγμένος από προκαταλήψεις. Έκανα έρευνα επί ένα μήνα και κατά τη διάρκεια της διαμονής μου εκεί, μπόρεσα πραγματικά να απαρνηθώ τις ιδέες που είχα εκ των προτέρων και να ανακαλύψω τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία του θέματός μου, αυτά που βρίσκονται στη γκρι ζώνη και όχι στο άσπρο-μαύρο». Ο κ. Πέτερσμαν αναφέρθηκε και στο πώς ανακάλυψε τους χαρακτήρες του: «Ήθελα να κάνω τέσσερα πορτρέτα: ένα άτομο από κάθε γενιά Κουβανών, εκ των οποίων μία γυναίκα κι ένα παιδί. Η γυναίκα που βλέπουμε στο ντοκιμαντέρ είναι υπεύθυνη ενός μπλογκ που λειτουργεί παράνομα, κι έτσι κατάφερα να επικοινωνήσω μαζί της και να με φέρει σε επαφή με άλλους bloggers και άτομα». Όσο για τον τίτλο του ντοκιμαντέρ, ο οποίος σημαίνει «τραγούδια», ο δημιουργός εξήγησε: «Στην κουλτούρα των Κουβανών η μουσική είναι πανταχού παρούσα, το ίδιο και στη ζωή των αντιφρονούντων που γνώρισα μέσω του διαδικτύου. Όσο ήμουν στην Κούβα, έτυχε να διαβάσω και μια φράση του Μπέκετ που λέει ‘’εάν είσαι μέχρι το λαιμό στα σκατά, το μόνο που σου μένει να κάνεις είναι να αρχίσεις να τραγουδάς’’, ρήση που με επηρέασε βαθιά και αποφάσισα ότι το ‘’Cantos’’ θα ήταν ο ιδανικός τίτλος».
Πολιτική αλλά και βαθιά ανθρώπινη χροιά έχει το ντοκιμαντέρ Ισόβια δεσμά του Γιαρόν Σανί (συν-σκηνοθεσία με τη Νουρίτ Κεντάρ), το οποίο αναδεικνύει το ισραηλινοπαλαιστινιακό ζήτημα μέσα από μια απίστευτη οικογενειακή ιστορία. Ο κ. Σανί μίλησε για αυτή την περίπλοκη περίπτωση: «Ο ήρωας της ταινίας, Νίμερ Φάουζι, είναι ένας παλαιστίνιος με ισραηλινή υπηκοότητα ο οποίος τη δεκαετία του '60 ερωτεύτηκε μία Εβραία, την παντρεύτηκε παρά την αντίθεση των οικογενειών τους και απέκτησαν ένα γιο και μία κόρη. Στον πόλεμο του 1967, μέσα σε έξι ημέρες το Ισραήλ νίκησε επτά αραβικές γείτονες χώρες γκρεμίζοντας το παλαιστινιακό όνειρο. Ο Νίμερ ήταν εξοργισμένος και αποφάσισε να εκτελέσει ισχυρές τρομοκρατικές πράξεις μόνος του, χωρίς να είναι μέλος κάποιας οργάνωσης. Δεν το γνώριζε κανείς, ούτε καν η οικογένειά του, η οποία μετά τη σύλληψή του στιγματίστηκε. Η μητέρα άφησε τα δυο παιδιά σε ένα ορφανοτροφείο και έφυγε. Εκεί τα παιδιά κακοποιήθηκαν και ζούσαν αποκλεισμένα ως παιδιά τρομοκράτη. Η μητέρα επέστρεψε και τα πήρε μαζί της στον Καναδά, σε μία αυστηρή Εβραϊκή κοινότητα, αποκρύπτοντάς τους την καταγωγή τους. Όταν ο Νίμερ κατάφερε να τους επισκεφθεί μετά από χρόνια, μόνο τότε έμαθαν ότι έχουν πατέρα». Μιλώντας για το γιο της οικογένειας, στις μαρτυρίες του οποίου εστιάζει το ντοκιμαντέρ, ο κ. Σανί ανέφερε: «Σε αντίθεση με τη μητέρα και την κόρη, ο γιος του Νίμερ δε διάλεξε πλευρά. Ο πατέρας του έγινε ακραίος εθνικιστής, ενώ η μητέρα και η αδελφή του ακραία θρησκευόμενες Εβραίες. Εκείνος δεν πήρε το μέρος κανενός, γιατί αντιλήφθηκε ότι αυτά τα σύνορα είναι φαντασιακά, ήθελε απλά να είναι ελεύθερος. Πρόκειται για ένα μοναχικό άνθρωπο, χωρίς ταυτότητα και με τραυματική παιδική ηλικία. Δείχνοντας τη στάση του στην ταινία, προσπάθησα να εναντιωθώ στην καταπίεση και το πώς αυτή υπεισέρχεται στην καθημερινή μας ζωή, καθώς και να στείλω ένα μήνυμα για όσα πράγματα θεωρούμε δεδομένα αλλά μπορούν να προκαλέσουν τόσο πόνο. Ο ήρωας αυτός είναι ένας ευγενής, γενναίος και ήπιος άνθρωπος, δύσκολος να προσεγγιστεί, γιατί δεν είχε επαφή με τα συναισθήματά του. Του πήρε χρόνο να βρει τα λόγια να εκφράσει τον πόνο του».
Μια ιδιαίτερη προσωπικότητα, αν και εντελώς διαφορετική, είναι και ο ήρωας του ντοκιμαντέρ Εκτός δρόμου της Ελίζα Αμορούζο. Πρόκειται για τον Πίνο, έναν μηχανικό αυτοκινήτων και οδηγό ράλι που γίνεται γυναίκα (Μπεατρίτσε) και παντρεύεται μία άλλη γυναίκα, τη Μαριάννα. «Τον / την βρήκα -δεν ξέρω σε τι γένος να μιλήσω-, μέσω μίας φίλης που πήγαινε στο συνεργείο του / της. Μόλις μπήκα στο γραφείο του, μου έκαναν εντύπωση οι τοίχοι: Από τη μία πλευρά έβλεπα φωτογραφίες του ως Πίνο και πρωταθλητή ράλι και από την άλλη φωτογραφίες της Μέριλιν Μονρό, του ινδάλματός του. Υπήρχε μία τεράστια αντίθεση και κατάλαβα ότι εκεί υπήρχε μία ενδιαφέρουσα ιστορία», επεσήμανε η σκηνοθέτιδα. Η ίδια τόνισε: «Όταν του ζήτησα να μιλήσει για την ιστορία του, ο Πίνο μου είπε ότι πρώτα έπρεπε να πάρει άδεια από τη γυναίκα του. Όταν την πρωτογνώρισα με ζήλευε, όπως ζήλευε όλους όσοι προσέγγιζαν τον Πίνο ή τη θηλυκή πλευρά του, τη Μπεατρίτσε. Σιγά σιγά όμως η σχέση μου με τη Μαριάννα βελτιώθηκε. Τα γυρίσματα είχαν πλάκα και η ταινίας είναι πράγματι αστεία, γι’ αυτό και στην Ιταλία άρεσε πολύ». Η σκηνοθέτιδα μίλησε για τη γνωριμία του ζευγαριού: «Η Μαριάννα ήρθε στην Ιταλία από ένα μικρό χωριό της Ρουμανίας και φρόντιζε τη μητέρα του Πίνο. Έτσι γνωρίστηκαν και ερωτεύτηκαν, χωρίς όμως η Μαριάννα να μπορεί να καταλάβει τι συμβαίνει και χωρίς να γνωρίζει τι σημαίνει διεμφυλικό άτομο. Όταν τελικά παντρεύτηκαν με πολιτικό γάμο, φορώντας και οι δύο νυφικά, ο Πίνο αναγκάστηκε να δείξει την ταυτότητά του που έγραφε Τζουζέπε για να γίνει ο γάμος. Εντυπωσιάστηκα από την ομορφιά της σχέσης τους και αυτή την ιστορία αγάπης. Οι δυο τους μπόρεσαν να φτιάξουν ένα νέο μοντέλο οικογένειας. Η Μαριάννα είχε ήδη ένα γιο δεκαπέντε χρόνων ο οποίος αποκαλεί τον Πίνο πατέρα». Αναφερόμενη στον ήρωά της, η δημιουργός συμπλήρωσε: «Ο Πίνο λέει ότι έχει τρεις ταυτότητες, τον Πίνο, τον Τζιρέλο -όπως τον γνωρίζουν στον κόσμο του ράλι- και τη Μπεατρίτσε. Δεν του αρέσουν οι ετικέτες. Θαυμάζω το θάρρος του να μην ενδιαφέρεται για τη γνώμη των άλλων, αλλά και την Μαριάννα που αγαπά σε εκείνον τόσο τον άνδρα όσο και τη γυναίκα».
Οι παράλληλες εκδηλώσεις του 16ου ΦΝΘ, χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, στο πλαίσιο του ΠΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας 2007-2013.