Αγαπημένοι φίλοι, συνεργάτες και συγγενείς, σε ατμόσφαιρα ιδιαίτερης συγκίνησης, τίμησαν το Σάββατο 4 Νοεμβρίου τη μνήμη του Μισέλ Δημόπουλου, διευθυντή του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης από το 1991 έως το 2005. Στην κατάμεστη αίθουσα Παύλος Ζάννας προβλήθηκε Το πνεύμα του μελισσιού του Βίκτορ Ερίθε, αγαπημένη ταινία του οραματιστή και πρωτοπόρου Μισέλ Δημόπουλου. Η προβολή ήταν αφιερωμένη στον άνθρωπο που διεύρυνε τους ορίζοντες του θεσμού, κάνοντας πραγματικότητα τη διεθνοποίηση του Φεστιβάλ.
Μιλώντας πριν την έναρξη της προβολής, οι δημοσιογράφοι Βένα Γεωργακοπούλου και Μαρία Κατσουνάκη, ο κριτικός κινηματογράφου Χρήστος Μήτσης, καθώς και ο Δημήτρης Κερκινός, υπεύθυνος των αφιερωμάτων του Φεστιβάλ και επικεφαλής του τμήματος Survey Expanded, αναφέρθηκαν στην προσωπική τους σχέση και στα κοινά τους βιώματα με τον Μισέλ Δημόπουλο. Παράλληλα, ανέδειξαν την πολύτιμη προσφορά του στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπως και τη συνολική παρακαταθήκη που άφησε στον σύγχρονο πολιτισμό της χώρας. Τους ομιλητές προλόγισε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ, Ορέστης Ανδρεαδάκης, σημειώνοντας ότι το φετινό Φεστιβάλ αποτίει φόρο τιμής στον Μισέλ Δημόπουλο με μια σειρά από ενέργειες, όπως η μετονομασία του Χρυσού Αλέξανδρου του διευρυμένου τμήματος Meet the Neighbors+ σε «Χρυσός Αλέξανδρος - Μισέλ Δημόπουλος» και το περιοδικό Πρώτο Πλάνο, το οποίο φιλοξενεί αποκλειστικά κείμενα και αναλύσεις του Μισέλ Δημόπουλου.
Παίρνοντας αρχικά τον λόγο, η δημοσιογράφος Βένα Γεωργακοπούλου αναφέρθηκε στις προκλήσεις και στις δυσκολίες που αντιμετώπισε ο Μισέλ Δημόπουλος στη διάρκεια της θητείας του, σε μια εποχή που σημάδεψε ανεξίτηλα την εξέλιξη και την αναβάθμιση του θεσμού. «Προσπαθώ να θυμηθώ ποια είναι η πρώτη μου εικόνα από τον Μισέλ Δημόπουλο. Διαλέγω ένα απόγευμα, αρχές δεκαετίας του ’80, κάτω από το Καφενείο των Γυναικών στη Γενναδίου, να περιμένει ένα κορίτσι. Η είσοδος σε άντρες ήταν αυστηρά απαγορευμένη, δεν τολμούσε ποτέ να ανέβει κανείς εκεί πάνω. Ο Μισέλ μού φάνηκε ψηλός, θεόρατος, κομψός και πάρα πολύ ωραίος. Και φυσικά ήξερα ποιος ήταν, γιατί το φεμινιστικό κίνημα και η διανόηση ήταν τότε συγκοινωνούντα δοχεία». Αντιπαραθέτοντας το έντονα συγκρουσιακό πολιτικό περιβάλλον της εποχής, όταν ο ίδιος έκανε τα πρώτα του βήματα ως επικεφαλής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, με τον αγώνα του για τον εκσυγχρονισμό του θεσμού, η Βένα Γεωργακοπούλου έδωσε το στίγμα του χαρακτήρα του. «Αυτός ο εσωστρεφής, ήρεμος άνθρωπος, που ήταν αφοσιωμένος στην τέχνη του με έναν θεωρητικό και λόγιο τρόπο, ανέλαβε την ευθύνη να γίνει ο μπροστάρης σε έναν αδιανόητο πολιτικό αγώνα για τον θεσμικό εκσυγχρονισμό», σχολίασε χαρακτηριστικά. «Διέθετε μια απίστευτη πίστη στο όραμά του και μια εσωτερική συγκρότηση και προσήλωση στον στόχο του να αλλάξει το φεστιβάλ».
Αμέσως μετά, τη σκυτάλη πήρε η δημοσιογράφος Μαρία Κατσουνάκη, η οποία σκιαγράφησε την πολυσχιδή και ακούραστη προσωπικότητα του Μισέλ Δημόπουλου. «Ο Μισέλ ήταν εργάτης του σινεμά, ήταν όμως και ένας αληθινός ταξιδιώτης της τέχνης του κινηματογράφου. Πήγαινε σε όλο τον κόσμο, σε όλα τα φεστιβάλ, αλλά και σαν ταξιδιώτης στον χρόνο είχε την άνεση να διατρέχει τα 130 χρόνια ιστορίας του κινηματογράφου με μεγάλη ασφάλεια, χωρίς να σκοντάφτει πουθενά. Ταξιδιώτης και των ιδεών, φυσικά, γιατί τις διαμόρφωνε, συμμετείχε στη ζύμωση, ήταν μέρος της γέννησής τους. Φυσικά, ταξιδιώτης και στις γλώσσες και στην ανθρώπινη επικοινωνία, γιατί εκτός από τα γαλλικά, που ήταν σχεδόν μητρική του γλώσσα, μιλούσε άπταιστα αγγλικά και ιταλικά», ανέφερε αρχικά. Όσο για τη σχέση του Μισέλ Δημόπουλου με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, η Μαρία Κατσουνάκη σημείωσε: «Ήταν ένας άνθρωπος οργανικά δεμένος με το σινεμά, τρεφόταν από τις ταινίες, σχεδόν ζούσε μέσα στο Φεστιβάλ. Το Φεστιβάλ ήταν το δικό του “Πνεύμα του μελισσιού”. Τον θυμάμαι πάντα όρθιο και σε κίνηση, πότε στατικό ή πίσω από ένα γραφείο. Ήταν ένας άνθρωπος των συναντήσεων και όχι των εξ αποστάσεως συνεννοήσεων. Ο Μισέλ δεν υποδύθηκε τον ρόλο του διευθυντή. Ήταν ο ρόλος, ο ίδιος τον διαμόρφωσε και του έδωσε σχήμα. Μαζί με τον Δημήτρη Εϊπίδη ήταν εκείνοι που δημιούργησαν το Φεστιβάλ, του έδωσαν μορφή και χαρακτήρα».
Ο κριτικός κινηματογράφου Χρήστος Μήτσης αναφέρθηκε στον ενωτικό χαρακτήρα του Μισέλ Δημόπουλου, στην αφοσίωσή του τόσο στον θεσμό του Φεστιβάλ όσο και στην προάσπιση του ελληνικού σινεμά, αλλά και στην παρακαταθήκη του στον πολιτισμό της χώρας μέσα από τις εκδόσεις που επιμελήθηκε. «Κρίνοντας με βάση με το έργο που έχει αφήσει πίσω του, ο Μισέλ υπήρξε το ζωντανό παράδειγμα για το τι πραγματικά σημαίνει, στην πλήρη του έννοια, να είσαι κριτικός κινηματογράφου. Ο Μισέλ μάς έμαθε όλους σινεμά, χωρίς καμία υπερβολή», συμπλήρωσε αρχικά για να προσθέσει στη συνέχεια: «Το έργο του στο τιμόνι του Φεστιβάλ, σε συνδυασμό φυσικά με τις εκδόσεις του Φεστιβάλ που επιμελήθηκε με τόση αυταπάρνηση, είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να βρει κανείς στην ελληνική γραμματεία για την τέχνη του κινηματογράφου. Τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να εκδίδονται και να κυκλοφορούν βιβλία για τον κινηματογράφο, αλλά σχεδόν μέχρι το 2000 μονάχα ο Αιγόκερως και οι εκδόσεις του Φεστιβάλ υπήρχαν στον χώρο. Τα κείμενα, οι αναλύσεις και οι εκδόσεις του Μισέλ είναι ανεκτίμητης αξίας και καταδεικνύουν την προσφορά του στον πολιτισμό της χώρας, πέρα από όλα όσα γνωρίζουμε πως πέτυχε ως διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης».
Την εμπειρία του από την επαγγελματική συνεργασία στο πλευρό του Μισέλ Δημόπουλου μοιράστηκε με το κοινό ο Δημήτρης Κερκινός: «Πρωτογνώρισα τον Μισέλ ως μαθητής γυμνασίου μέσα από τις σελίδες του Σύγχρονου Κινηματογράφου, που μαζί με την Κινηματογραφική Λέσχη στην οποία είχε την συνεπιμέλεια, αποτέλεσαν την πρώτη μου μαθητεία στον κινηματογράφο. Όταν ξεκίνησα να δουλεύω στο Φεστιβάλ, η χαρά μου ήταν απερίγραπτη, όπως επίσης και η αγωνία μου να σταθώ με επάρκεια, καθώς ένιωθα πως έδινα κρυφές εξετάσεις σε κάποιον από τον οποίον είχα μάθει τόσα πολλά. Γιατί ο Μισέλ, όπως και για πάρα πολύ κόσμο, έτσι και για μένα, πάνω απ’ όλα ήταν ένας δάσκαλος. Για εμάς που αγαπάμε το σινεμά και το Φεστιβάλ, ο Μισέλ ήταν πηγή έμπνευσης και σεβασμού. Είναι εκείνος που του χάρισε διεθνή αίγλη, που έφερε στη Θεσσαλονίκη τεράστια ονόματα του παγκόσμιου κινηματογράφου, που ανακάλυψε νέους δημιουργούς. Είναι εκείνος που εισήγαγε τις κινηματογραφικές εκδόσεις, αφήνοντας μια κληρονομιά που δεν θα ξεθωριάσει ποτέ, γιατί όσα χρόνια και αν να περάσουν, θα συνεχίσουμε να ανατρέχουμε σε αυτές. Οργάνωσε μεγαλειώδη αφιερώματα, έφερε το Balkan Fund, τον προπομπό της σημερινής Aγοράς, άνοιξε τον δρόμο για τους επόμενους καλλιτεχνικούς διευθυντές για να οδηγήσουν το Φεστιβάλ ένα βήμα παραπέρα και να αφήσουν κι εκείνοι με τη σειρά τους το στίγμα τους. Για όλα αυτά Μισέλ, σε ευχαριστούμε πάρα πολύ».