ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
ΟΛΥΜΠΙΑ / Ψ / THE NEW PLASTIC ROAD
Συνέντευξη Τύπου παραχώρησαν την Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015, στο πλαίσιο του 17ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, οι σκηνοθέτες Καλλιόπη Λεγάκη (Ψ), Σταύρος Ψυλλάκης (Ολυμπία) και Άγγελος Τσαούσης και Μυρτώ Παπαδοπούλου (The New Plastic Road).
Αρχικά το λόγο πήρε ο Σταύρος Ψυλλάκης, ο οποίος αναφέρθηκε στο ντοκιμαντέρ του Ολυμπία. Η ομώνυμη ηρωίδα, στα 33 της χρόνια κι ενώ είναι έγκυος τριών μηνών, μαθαίνει ότι πάσχει από καρκίνο του πνεύμονα. Οι γιατροί τη συμβούλευσαν να μην κρατήσει το παιδί, αλλά η κατάσταση της υγείας της δεν επέτρεπε τέτοια επέμβαση. «Η Ολυμπία συνέχισε να κάνει ελαφρές χημειοθεραπείες και, παρά τα διεθνή ιατρικά δεδομένα για τέτοιου είδους περιπτώσεις, γέννησε ένα υγιέστατο παιδί», αφηγήθηκε ο σκηνοθέτης. Ο ίδιος πληροφορήθηκε το περιστατικό, όταν το βρέφος ήταν τεσσάρων μηνών. «Έμεινα τέσσερις μέρες μαζί με την οικογένεια της Ολυμπίας, το μωρό, τους γονείς και τα ανιψάκια της. Αυτό που καταγράφει η ταινία είναι το πώς αντιμετωπίζει μια τέτοια κατάσταση μια απλή οικογένεια. Χωρίς βαρύγδουπες εκφράσεις, με απλά λόγια, με αξιοπρέπεια και αγάπη», ανέφερε ο κ. Ψυλλάκης. Στο ντοκιμαντέρ από την μια πλευρά υπάρχει η «κραυγή» της Ολυμπίας, που θέλει να κρατηθεί στη ζωή για το μωρό της κι από την άλλη ο «λυγμός» του πατέρα, που κατανοεί πόσο κρίσιμη είναι η κατάσταση από ιατρικής άποψης, καθώς και η πίστη της μάνας στο Θεό. Συνήθως οι γιατροί αντιμετωπίζουν τους ασθενείς ως περιστατικά, όμως στην περίπτωση της Ολυμπίας «ο γιατρός της λύγισε, όπως και όλοι όσοι είχαμε εμπλακεί στην ταινία. Για μένα, ένα ζήτημα ηθικής τάξης είναι ότι ο πόνος του ανθρώπου δεν είναι εμπόριο. Αυτό είναι και το μεγάλο στοίχημα. Γι’ αυτό η ταινία κινείται σε πολύ λεπτά όρια, το δίλημμα και το στοίχημα ήταν το κατά πόσο δραματοποιεί τον πόνο», τόνισε ο δημιουργός. Ο σκηνοθέτης ρωτήθηκε από το κοινό για το πώς ερμήνευσε ο ίδιος το γεγονός της γέννησης ενός υγιούς παιδιού από μια καρκινοπαθή μητέρα, αν δηλαδή επρόκειτο για θείο δώρο ή όχι. «Προσωπικά είμαι πολύ ορθολογιστής, αλλά σέβομαι την πίστη του άλλου. Το θέμα της πίστης είναι ζήτημα εσωτερικής ανάγκης, όχι θέμα απόδειξης. Ο περίγυρος της Ολυμπίας πιστεύει ότι το παιδί είναι ένα θείο δώρο, ένα θαύμα. Το τι πιστεύω εγώ δεν έχει καμία σημασία, όφειλα να σεβαστώ το πιστεύω των ηρώων μου», επεσήμανε ο κ. Ψυλλάκης.
Με ιδιαίτερες λεπτές ανθρώπινες ισορροπίες καταπιάνεται και το ντοκιμαντέρ Ψ της Καλλιόπης Λεγάκη, που εστιάζει σε ψυχικά ασθενείς. Η σκηνοθέτιδα συνάντησε τους ήρωες της ταινίας της στο Κέντρο Ημέρας «Φράνκο Μπαζάλια» στο Μαρούσι και στο Παρατηρητήριο για τα Δικαιώματα στο Χώρο της Ψυχικής Υγείας στη Θεσσαλονίκη. Με αφορμή την αναφορά στον ψυχίατρο Φράνκο Μπαζάλια, η κ. Λεγάκη σχολίασε ότι ενώ το ζήτημα της αποασυλοποίησης συζητείται στην Ευρώπη από τη δεκαετία του ’60, στην Ελλάδα αρχίσαμε να μιλάμε γι’ αυτό κάπως δειλά από το ’90. «Γίνονται μικρά βηματάκια, η αποασυλοποίηση είναι μετέωρη και το έργο μεταρρύθμισης παραμένει ανολοκλήρωτο», παρατήρησε η κ. Λεγάκη. Και πρόσθεσε: «Θεωρούμε ότι για τους ανθρώπους που βιώνουν ψυχικό πόνο η μόνη λύση είναι το άσυλο, το ψυχιατρείο. Πιστεύουμε ότι αν κλείσουμε εκεί τον άνθρωπο που νοσεί, θα ησυχάσει εκείνος και θα ησυχάσουμε κι εμείς». Η ίδια τόνισε ότι ειδικά κατά την περίοδο της κρίσης τα μεγάλα δημόσια νοσοκομεία απειλούνται, την ώρα που ακριβώς λόγω της κρίσης «βιώνουμε καταστάσεις που μας οδηγούν στον ψυχικό πόνο και ο καθένας μπορεί να βρεθεί σε αυτή τη θέση», όπως υπογράμμισε. Η σκηνοθέτιδα δήλωσε συγκινημένη με τους πρωταγωνιστές της και τον αγώνα τους, αλλά και το επιστημονικό προσωπικό που εργάζεται στα κέντρα ημέρας. Για τους ήρωές της είπε ότι δεν περίμενε να ανακαλύψει σε εκείνους τέτοιο πλούτο ψυχής. «Δεν υπήρξε δυσφορία από κανέναν, περάσαμε καταπληκτικά. Εξακολουθώ να πηγαίνω και να τους βλέπω. Είναι σημαντικές προσωπικότητες και ελπίζω να τους δοθεί ώθηση για να κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα», είπε η κ. Λεγάκη. Όσο για τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα που εξακολουθούν να υπάρχουν όσον αφορά στα συγκεκριμένα άτομα, σύμφωνα με τη δημιουργό, οφείλονται στην έλλειψη ενημέρωσης και παιδείας. «Κάθε διαφορετικός άνθρωπος αντιμετωπίζεται με προκατάληψη. Δείτε τι έγινε πρόσφατα με το περιστατικό στα Γιάννενα, πώς διαχειρίστηκε το κοινωνικό περιβάλλον τη διαφορετικότητα αυτού του παιδιού. Πότε θα καταλάβουμε ότι η διαφορετικότητα δεν πρέπει να απομονώνεται, να κλειδώνεται, να εγκλωβίζεται; Πότε θα αντιληφθούμε ότι είναι ο πλούτος της κοινωνίας και το θεμέλιο του πολιτισμού; Πρέπει να μάθουμε να αποδεχόμαστε τη διαφορετικότητα» κατέληξε η δημιουργός.
Μια εντελώς διαφορετική ιστορία παρουσιάζει το ντοκιμαντέρ The New Plastic Road των Άγγελου Τσαούση και Μυρτώς Παπαδοπούλου, το οποίο ανιχνεύει τις οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές στις ορεινές κοινότητες του Τατζικιστάν. Αφορμή για τη δημιουργία της ταινίας ήταν ένα ρεπορτάζ του περιοδικού Time για την περιοχή, με τίτλο «ο νέος δρόμος του μεταξιού». «Θέλαμε να ασχοληθούμε με ένα διεθνές θέμα με το οποίο δεν έχουν ασχοληθεί πολλοί. Το δημοσίευμα αυτό μιλούσε για μια χώρα που αναγεννιόταν μετά την πτώση της ΕΣΣΔ και τον επταετή εμφύλιο της δεκαετίας του ΄90, και παραμένει η πιο φτωχή χώρα της Κεντρικής Ασίας, προσελκύοντας τεράστιους επενδυτές από όλο τον κόσμο», είπε η κ. Παπαδοπούλου. Η ίδια επεσήμανε: «Μπορέσαμε να βιώσουμε την εξέλιξη της ιστορίας. Μας άρεσε που ο τόπος ήταν άγνωστος, που ξαναγεννιόταν μετά την ΕΣΣΔ. Εκεί, στα χνάρια του παλιού δρόμου του μεταξιού, οι άνθρωποι προσπαθούν να χτίσουν το μέλλον τους. Είναι δεδομένο πάντως ότι η αλλαγή συνοδεύεται από διαφθορά, γιατί η περιοχή διαθέτει πολλούς υλικούς πόρους». Για το ίδιο θέμα ο Άγγελος Τσαούσης πρόσθεσε: «Σήμερα εκεί υπάρχει οικογενειοκρατία και διαφθορά. Από την άλλη, όμως, υπάρχουν και θετικά στοιχεία στην περιοχή, τα οποία και θέλαμε να αναδείξουμε». Η κ. Παπαδοπούλου συμπλήρωσε: «Ο δρόμος αυτός έχει δημιουργήσει πολλές θέσεις εργασίας και ουσιαστικά αιμοδοτεί τον τόπο. Ένα πολύ σημαντικό θέμα επίσης είναι η παιδεία. Οι άνθρωποι εκεί είναι οι πιο μορφωμένοι στην Κεντρική Ασία, δεν είναι τυχαίο ότι εκεί χτίζεται το ένα και μοναδικό πανεπιστήμιο της ευρύτερης περιοχής». Από την πλευρά του, ο κ. Τσαούσης αναφέρθηκε στην τοπική κοινότητα: ανθρώπους περσικής καταγωγής που θεωρούν εαυτούς ως απογόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στοιχείο που βοήθησε στη «συνάντηση» δύο τόσο διαφορετικών πολιτισμών, της Ελλάδας και του Τατζικιστάν. Η ταινία δείχνει πώς αυτή η κοινότητα αντιμετωπίζει την οικονομική αλλαγή, εστιάζοντας στην ιστορία ενός ντόπιου, του Νταβλάτ. «Βρεθήκαμε σε καταστάσεις αρκετά επικίνδυνες, αλλά με τον Νταβλάτ νιώθαμε μεγάλη ασφάλεια. Είναι ένας πολύ δυνατός άνθρωπος, όπως όλοι όσοι δουλεύουν σε αυτό το δρόμο με νταλίκες, μια δύσκολη και πολύ επικίνδυνη δουλειά» είπε η κ. Παπαδοπούλου. Κλείνοντας, η ίδια υπογράμμισε χαρακτηριστικά: «Η στιγμή που φεύγαμε από το Τατζικιστάν ήταν γεμάτη συγκίνηση. Νιώθουμε ότι έχουμε ένα δεύτερο σπίτι εκεί».