19ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης
3-12 Μαρτίου 2017
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
ΒΙΤΑΛΙ ΜΑΝΣΚΙ
3-12 Μαρτίου 2017
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ
ΒΙΤΑΛΙ ΜΑΝΣΚΙ
«Ό,τι με αγγίζει και με εμπνέει θέλω να το ενσωματώνω στο σινεμά μου»
Β.Μάνσκι
Β.Μάνσκι
Ο ρώσος σκηνοθέτης Βιτάλι Μάνσκι, το τιμώμενο πρόσωπο του φετινού 19ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, έδωσε συνέντευξη Τύπου τη Δευτέρα 6 Μαρτίου 2017, στο καφέ του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, μιλώντας για τα ντοκιμαντέρ του, τη ζωή, αλλά και το τι σημαίνει να είσαι δημιουργός σήμερα.
Καλωσορίζοντας τον ντοκιμαντερίστα, στο έργο του οποίου πραγματοποιεί αφιέρωμα η φετινή διοργάνωση, ο διευθυντής του Φεστιβάλ, Ορέστης Ανδρεαδάκης, είπε χαρακτηριστικά: «Τιμή και επιτυχία για το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ είναι η παρουσία του Βιτάλι Μάνσκι, με το κοινό να γεμίζει ασφυκτικά τις αίθουσες στις προβολές των ταινιών του. Τον ευχαριστούμε από καρδιάς». Σκηνοθέτης, παραγωγός, ιδρυτής του Φεστιβάλ Artdocfest, ο Μάνσκι είναι ένας πολυσχιδής δημιουργός. Όπως ανέφερε και ο επικεφαλής προγράμματος του ΦΝΘ, Δημήτρης Κερκινός, ο οποίος συντόνισε τη συζήτηση, ο Μάνσκι καταγράφει τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στη Ρωσία, ενώ δεν παραλείπει να γυρίσει πίσω στα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης για ν’ αναστοχαστεί τη νεότητά του, και ν’ αφηγηθεί όσα σημάδεψαν τη γενιά του.
Για τη σχέση του με τους θεατές, ο σκηνοθέτης επεσήμανε ότι «κάθε θεατής βλέποντας τις ταινίες μου, θέλω να βλέπει την ζωή του. Δεν μου αρέσει να επιβάλλομαι με την άποψη μου. Και εγώ ο ίδιος παρακολουθώ τα έργα μου ως θεατής και αναρωτιέμαι για την ζωή μου». Όσο για την έννοια της πατρίδας που παίζει σημαντικό ρόλο στις ταινίες του, τόνισε: «Για μένα η λέξη πατρίδα έχει σπουδαίο ρόλο και μου ανοίγει δρόμους για τις επόμενες ταινίες μου».
Για την κατάσταση του ρώσικου ντοκιμαντέρ σήμερα, ανέφερε πως έχει επηρεαστεί από την ίδια την κοινωνική κατάσταση: «Η ατμόσφαιρα στη ρωσική κοινωνία είναι άσχημη αλλά παραδόξως όσο χειρότερη γίνεται η ζωή, τόσο καλύτερα έργα δημιουργούνται. Ως διευθυντής του φεστιβάλ Artdocfest βλέπω κάθε χρόνο πάνω από 90 ταινίες ρωσικής προέλευσης. Οι περισσότεροι σκηνοθέτες ψάχνουν τρόπους για να επιβιώσουν σε μια κοινωνία στην οποία επικρατεί μεγάλη λογοκρισία για τα θέματα ελευθερίας, οπότε προσπαθούν να είναι μέρος του συστήματος. Στην περίοδο της Σοβιετικής Ένωσης οι κινηματογραφιστές έκαναν έργα ποιητικά ώστε να επιβιώσουν σε μια χώρα με έλλειψη ελευθερίας. Αν ήθελαν να κερδίσουν βραβεία, έπρεπε να κάνουν όσα θέλει το κόμμα. Το ίδιο γίνεται και σήμερα με το πονεμένο θέμα της Τσετσενίας. Δεν υπάρχουν ταινίες σχετικές με αυτό και το φοβερό είναι πως όσα έργα δημιουργούνται, έχουν το χέρι του Κρεμλίνου και της εξουσίας».
Ξεχωριστή θέση στη φιλμογραφία του έχουν τα ντοκιμαντέρ που γύρισε για την Κούβα και τη Βόρεια Κορέα. Στα ελεγχόμενα από τις βορειοκορεάτικες αρχές γυρίσματα της ταινίας Κάτω από τον ήλιο (2015) ο δημιουργός και η ομάδα του έζησαν πολλές περιπέτειες: «Πρόκειται για μια ταινία που πέρασε από πολλά φεστιβάλ και πήρε διανομή σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο στη Ρωσία έλαβε τέσσερις επιστολές άρνησης για την προβολή της στα σινεμά από την Ρώσικη Ομοσπονδία η οποία θέλησε να υποστηρίξει την Β. Κορέα. Όταν τελικά δέχτηκαν, και πάλι, σε αρκετές περιοχές απαγορεύθηκε η προβολή της. Το υπουργείο πολιτισμού της χώρας δεν μας υποστηρίζει στο φεστιβάλ που κάνουμε. Για να προβληθεί μια ταινία απαιτείται πιστοποίηση. Μας έβαλαν πρόστιμο επειδή θέλαμε να προβάλλουμε απλές φοιτητικές ταινίες που δεν προκαλούν κανέναν. Το ίδιο συνέβη και με την ταινία για την Β. Κορέα».
Τα γυρίσματα στη Β. Κορέα ήταν δύσκολα. Σύμφωνα με τον ίδιο, «όταν φτάσαμε στο αεροδρόμιο, πήραν τα διαβατήρια μας και χωρίς αυτά δεν μπορούσαμε να βγούμε από το ξενοδοχείο. Τα γυρίσματα γινόταν σε χώρους που ήθελαν οι ίδιοι οι βορειοκορεάτες και όχι όπου θέλαμε εμείς. Τα λόγια όλων των κυβερνητικών έπρεπε να είναι πάντα σε πρώτο πλάνο. Δεν μπορείς να τραβήξεις αρκετά πράγματα, όπως για παράδειγμα δεν μπορείς να πάρεις πλάνα από οτιδήποτε είναι βρώμικο σε δημόσιους χώρους. Εμείς ωστόσο τραβήξαμε υλικό που επιθυμούσαμε, όμως το κουβαλούσαμε συνέχεια μαζί μας, στο σακίδιο πλάτης. Όταν επέστρεψα, στην πλάτη μου είχα παντού μελανιές από το βάρος. Μας ήλεγχαν ακόμη και όταν πηγαίναμε στην τουαλέτα Ήταν φοβερό αυτό που περάσαμε για δυο μήνες».
Ο Βιτάλι Μάνσκι δεν πιστεύει στο σενάριο, αλλά είναι οπαδός του ρεαλιστικού σινεμά: «Το σενάριο για μένα είναι η τελεία που με εισάγει στην ιστορία. Στην συνέχεια δίνομαι σ'αυτή την ιστορία και πλέω μέσα της δίχως να αλλάζω ρέμα. Το 2004 ήθελα να γυρίσω μια ταινία για τους συμμαθητές μου που είχα να τους δω πάνω από 25 χρόνια. Με στήριξαν διάφορα ιδρύματα και οργανισμοί για την υλοποίηση της, ωστόσο ήθελαν αρχικά να τους δείξω το σενάριο για να γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται. Τους έλεγα ότι η ταινία είναι η έρευνα, η αναζήτηση για τους συμμαθητές μου. Με κάποιον τρόπο τους έπεισα και με εμπιστεύτηκαν. Αυτό είναι το ρεαλιστικό σινεμά. Όταν ο σκηνοθέτης ζει με τους ήρωες του. Είναι η ίδια η ζωή. Στο έντονα προσωπικό Δεσμοί αίματος (2016) ήθελα να είμαι κοντά στους δικούς μου, στην οικογένειά μου. Στην Κριμαία ζήσαμε απρόβλεπτα γεγονότα που κανείς δεν ήξερε που θα οδηγήσουν. Μπήκα και εγώ στην ταινία. Τα έργα πεθαίνουν όταν πηγαίνουν με βάση το σενάριο και όχι την ζωή».
Από που εμπνέεται; Για το Μπρόντγουεϊ, Μαύρη Θάλασσα (2002) επισήμανε πως «το 2000 περπάτησα σε μια παραλία. Σταμάτησα σε ένα καφέ και εκεί ήταν μια ξανθιά κοπέλα που χόρευε πολύ ερωτικά. Μάλλον ήταν μεθυσμένη. Μια οικογένεια Αρμενίων, ο πατέρας και οι δύο του γιοι, την «έτρωγαν» με τα μάτια τους. Εκείνη την στιγμή κατάλαβα πως θέλω να γυρίσω μια ταινία γι’ αυτό. Την σκηνή αυτή την ονειρευόμουν για δύο χρόνια, καθώς σε εκείνο το καφέ, βρήκα ανθρώπους που μου έδωσαν έμπνευση.Τελικά την έκανα την ταινία και μάλιστα γύρισα τόσο υπέροχο υλικό που δεν το χρησιμοποίησα όλο και το δώρισα σε κάποιον άλλον συνάδελφο μου ο οποίος γύρισε μια ταινία καλύτερη από την δική μου. Ό,τι με αγγίζει και με εμπνέει θέλω να το ενσωματώνω στο σινεμά μου, στα ντοκιμαντέρ μου».
Σε ερώτηση για το αν υπάρχει κάτι που να ενώνει τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, είπε: «Όλοι μας γεννιόμαστε και πεθαίνουμε. Ο καθένας ζει την ζωή του. Ας πάρουμε για παράδειγμα μια κηδεία. Στην Ρωσία οι συγγενείς πρέπει να περπατήσουν χιλιόμετρα στο κρύο και να σκάψουν στο σκληρό έδαφος για να κηδέψουν τον αγαπημένο τους. Αλλού, ντύνονται απλά όμορφα και παραβρίσκονται στο γεγονός. Η έκφραση του πένθους είναι διαφορετική. Είναι άλλοι κόσμοι. Δεν μπορεί ο κόσμος να είναι ο ίδιος. Δεν θα ήθελα οι χώρες να μοιάζουν σαν τα κτίρια των αεροδρομίων στα οποία δεν ξέρεις σε ποια χώρα βρίσκεσαι».
Δεν πιστεύει πως η τέχνη είναι όπλο στα χέρια του δημιουργού: «Η τέχνη αν ήταν όπλο θα ήταν προπαγάνδα. Πιστεύω ως δημιουργός πως οι άνθρωποι πρέπει συνεχώς να αγωνίζονται για να γίνουν καλύτεροι». Όσο για την Ρωσία, τόνισε: «Ο Κουστουρίτσα λέει πως ο Πούτιν είναι καλός πρόεδρος μόνο για την Ρωσία. Από μικρούς μας λένε να πεθάνουμε για την πατρίδα μας. Γιατί δεν μπορούμε να ζήσουμε για την πατρίδα μας; Πάντα ένιωθα ρώσος σκηνοθέτης και πάντα ήξερα τι με εμπνέει. Τώρα ζω με την γυναίκα μου στην Λετονία και γράφουν πολλά για μένα. Ψάχνω τόπους διαμονής που με εμπνέουν. Πάντα ωστόσο θα νιώθω ρώσος σκηνοθέτης».